γράφει ο Βελισάριος
Εισαγωγή
Σύμφωνα με δημοσίευμα του δικτυακού τόπου hellenicdefence.gr, φαίνεται ότι στις αρχές του φθινοπώρου απεστάλη στις αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ ερώτημα «Τιμής και Διαθεσιμότητας» (“Ρrice & Availability”) για 20 Αμφίβια Οχήματα Εφόδου AAV-7A1 με αναβάθμιση χαμηλού κόστους. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, αλλά και με την από μακρού χρόνου εκφραζόμενη θέση στελεχών των Πεζοναυτών, πρόκειται για το πρώτο βήμα κάλυψης μιας επιχειρησιακής απαίτησης για 75-100 οχήματα συνολικά, ποσότητα ικανή για τον εξοπλισμό των μονάδων ελιγμού της 32ας Ταξιαρχίας Πεζοναυτών. Ο ίδιος δικτυακός τόπος σε άλλο δημοσίευμα, μερικές μέρες αργότερα, εξέφρασε την ανησυχία του σχετικά με την τύχη της υπόθεσης αυτής, με δεδομένο ότι είναι το τρίτο κατά σειρά σχετικό ερώτημα που έχει απευθυνθεί στις αμερικανικές αρχές, τη στιγμή που οι απαντήσεις στα δύο πρώτα ερωτήματα αγνοήθηκαν, κατά τρόπο μάλλον ανοίκειο για τις διακρατικές υπηρεσιακές σχέσεις. Ταυτόχρονα, ενδιαφέρον για του ιδίου τύπου οχήματα (και, στην πράξη, για τα ίδια οχήματα) φέρεται να έχει εκφράσει σχεδόν ταυτόχρονα και η Τουρκία.
Η είδηση της κινητικότητας σχετικά με τα οχήματα αυτά είναι σημαντική. Η αποτίμησή της, όμως, δεν είναι τόσο αυτονόητη όσο εκ πρώτης όψεως ακούγεται. Επιπλέον, θέτει ορισμένα ευρύτερα ζητήματα τόσο σε ότι αφορά το επιχειρησιακό περιβάλλον του Αιγαίου όσο και το δόγμα των ελληνικών αμφιβίων δυνάμεων.
Μέρος 1ο: Το AAV-7 και οι Αμερικανοί Πεζοναύτες
Τι είναι το AAV-7
Το “Amphibious Assault Vehicle-7” (Αμφίβιο Αποβατικό Όχημα-7) αποτελεί το βασικό όχημα των αμερικανών Πεζοναυτών για τη διεκπεραίωση των μονάδων πεζικού από τα αποβατικά πλοία στην ακτή αποβάσεως. Αποτελεί, επίσης, και το τεθωρακισμένο όχημα μεταφοράς προσωπικού (ή μάχης…) του πεζικού των Πεζοναυτών. Είναι ένα ελαφρά θωρακισμένο αμφίβιο ερπυστριοφόρο, με δυνατότητα μεταφοράς μιας διμοιρίας πεζοναυτών και οπλισμό ενός αυτόματου εκτοξευτήρα βομβίδων κι ενός βαρέως πολυβόλου. Το βασικό του χαρακτηριστικό είναι η δυνατότητά του για κίνηση μέσα στο νερό και η διάνυση σημαντικών αποστάσεων μέσα σε αυτό.
Δυο λόγια για το Amphibious Assault Vehicle και τα Landing Vehicles, Tracked
Το όχημα AAV-7 είναι η πλέον πρόσφατη εκδοχή των οχημάτων της κατηγορίας “Landing Vehicles, Tracked” (Ερπυστριοφόρα Αποβατικά Οχήματα). Η σύλληψη της ιδέας είχε σχέση με την εμπειρία των αμερικανών Πεζοναυτών κατά τον Β’ ΠΠ στο θέατρο του Ειρηνικού, όπου και εν πολλοίς αποκρυσταλλώθηκε ο πυρήνας του αποβατικού δόγματος του USMC που ισχύει (;) μέχρι σήμερα.
Τo LVT εξελίχθηκε σταδιακά για να θεραπεύσει τις δύο βασικές αδυναμίες που διαπιστώνονταν κατά τις αποβάσεις του Β’ ΠΠ:
■ Όταν οι ακτές αποβάσεως ήταν έστω και ελαφρά φυλασσόμενες, τότε οι αποβάσεις με τα LCΑ (ή ευρύτερα με τα LCPV, κατηγορία στην οποία ανήκουν και οι Αποβατικές Άκατοι – ΑΒΑΚ που υπηρετούν σήμερα στο ΠΝ) ήταν εξαιρετικά αιματηρές. Αρκούσε ένα πολυβόλο ή ένας όλμος που να μην έχει κατασταλεί κατά την προετοιμασία της επιχείρησης για να προκαλέσει βαριές απώλειες, λόγω αφ΄ ενός του τρόπου εξόδου (ράμπα που ανοίγει προς τα εμπρός, με έξοδο των πεζών ακριβώς στη ζώνη θανάτου των αμυντικών πυρών ευθυτενούς τροχιάς) αφ’ ετέρου του ότι τα LCA είναι ανοικτά κι εκτεθειμένα σε όπλα καμπύλης τροχιάς. Το δεύτερο σημείο ίσχυε και για τα αρχικά LVT, τα οποία σταδιακά καλύφθηκαν με θωράκιση.
■ Άπαξ και τα τμήματα είχαν βγει στην ακτή, παρέμεναν πεζοπόρα τμήματα, με περιορισμένη ευκινησία. Η έλλειψη ευκινησίας μπορούσε να είναι κρίσιμη στην πιο σημαντική φάση μιας απόβασης, στη φάση της διεύρυνσης του προγεφυρώματος, ώστε αυτό να είναι επιχειρησιακά βιώσιμο και αξιοποιήσιμο. Δηλαδή: τα τμήματα απόβασης πρέπει να προωθηθούν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα προς το εσωτερικό, σε μία τοποθεσία που να παρέχει αμυντική δυνατότητα ώστε να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά οι δυνάμεις αντεπίθεσης του αμυνομένου που καταφθάνουν, κι ώστε να μπορέσουν να προσεγγίσουν τα αποβατικά πλοία με τον κύριο όγκο των δυνάμεων, και κυρίως με τα οχήματα και το υλικό υποστήριξης (χωρίς το οποίο δεν επιβιώνει προγεφύρωμα για πολλές ώρες…).
Η κατηγορία οχημάτων LVT (Landing Vehicle, Tracked) αντιμετώπιζε σε κάποιο βαθμό αυτά τα δύο προβλήματα: αντικατέστησε τα LCA για την μεταφορά των πεζών από τα αποβατικά στην ακτή με ένα μέσον που δίνει μεγαλύτερη προστασία, κι επιπλέον ήταν ένα όχημα που τους παρέχει ευκινησία και κάποια προστασία για την προώθησή τους αμέσως μετά την απόβαση. Βέβαια, επειδή το όχημα ήταν συγκερασμός δύο διαφορετικών ρόλων, ήταν και συμβιβασμός ως και ως προς τους δύο: Επειδή είναι όχημα, δεν έχει τις επιδόσεις ταχύτητας και ακτίνας δράσης στο νερό που έχουν τα ΑΒΑΚ. Κι επειδή είναι και σκάφος που πρέπει να είναι και αμφίβιο, και να έχει σημαντική μεταφορική ικανότητα, δεν έχει την προστασία που παρέχουν τα αντίστοιχα ΤΟΜΠ ή ΤΟΜΑ. Αυτό, όπως θα εξηγηθεί παρακάτω, έχει σημασία για την επιχειρησιακή του αξιοποίηση.
Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο σχετικά με το AAV-7, με κάποια σημασία για τον επιχειρησιακό του ρόλο, είναι το εξής: Ενώ το όχημα ζητήθηκε, σχεδιάστηκε, αναπτύχθηκε και τέθηκε σε υπηρεσία ως συνέχεια της σειράς οχημάτων LVT, δηλαδή Landing Vehicle, Tracked (LVT1, 2, 3 και 4 κατά τον Β’ ΠΠ και LVT-5 μεταπολεμικά), με την ονομασία LVT-7, (ή LVTP-7, Landing Vehicle, Tracked, Personnel) το 1985 ο τύπος μετονομάστηκε σε Amphibious Assault Vehicle με κωδικό AAV-7, χωρίς καμία άλλη αλλαγή των χαρακτηριστικών του. Η μετονομασία δεν είχε καμία σχέση με την τεχνική του εξέλιξη, αλλά με την αλλαγή της έμφασης των Πεζοναυτών από τον αποβατικό του ρόλο (δηλαδή, αυτόν που υποκαθιστούσε τα LCA στους άλλους στρατούς) σε αυτόν του ΤΟΜΠ ή ΤΟΜΑ και τους σχεδιασμούς για επιχειρήσεις στη χερσόνησο της Καρελίας. Το κατά πόσον αυτό αποδείχθηκε σωστό, είναι ένα άλλο θέμα.
Προκαταρκτικές παρατηρήσεις για τις αμφίβιες επιχειρήσεις
Αμφίβιες χερσαίες δυνάμεις είναι οι δυνάμεις που μπορούν να μεταφερθούν δια θαλάσσης γρήγορα και να αναπτυχθούν στην ξηρά χωρίς τη βοήθεια λιμενικών εγκαταστάσεων. Και τα δύο αυτά χαρακτηριστικά είναι τεχνικά δύσκολα και, ιδιαίτερης επιχειρησιακής σημασίας. Κυρίως λόγω της ιστορικής επιρροής των μεγάλων αποβατικών επιχειρήσεων του Β’ ΠΠ, οι περισσότερες αμφίβιες δυνάμεις – δυνάμεις πεζοναυτών – διεκδικούν, τουλάχιστον θεωρητικά, την ικανότητα για “βίαιη απόβαση”, δηλαδή για απόβαση σε αμυντικά οργανωμένη ακτή, όπως συνέβη στην Νορμανδία ή σε νησιά του Ειρηνικού κατά τον Β’ ΠΠ. Το είδος αυτό της επιχείρησης είναι εξαιρετικά δύσκολο, εξαιρετικά απαιτητικό σε μέσα και υποστήριξη, και εξαιρετικά δαπανηρό σε ανθρώπινες ζωές. Στην πράξη, οι περισσότερες δυνάμεις πεζοναυτών ΔΕΝ έχουν αυτήν την ικανότητα, απλώς οι πιο ώριμες από αυτές το αποδέχονται ρητώς και προβλέπουν στο δόγμα τους την απόβαση σε ακτή μη αμυντικά οργανωμένη (όπως οι Βρετανοί Πεζοναύτες, οι πιο έμπειροι και ικανοί, ίσως, διεθνώς), είτε άλλες διατηρούν τον ισχυρισμό για μια τέτοια ικανότητα αλλά στην πραγματικότητα χωρίς πρακτικό αντίκρισμα. Οι τούρκοι πεζοναύτες, για παράδειγμα, είναι μια τέτοια περίπτωση. Οι επιχειρήσεις στην Κύπρο κατά τη διάρκεια του Αττίλα I κατέδειξαν πόσο δύσκολη ήταν μια αποβατική επιχείρηση, ακόμη κι εναντίον ενός αντιπάλου που δεν είχε, καν, κινητοποιηθεί για να εγκατασταθεί αμυντικά στις ακτές αποβάσεως. Είναι προφανές από την ανασκόπηση των επιχειρήσεων ότι αν η Εθνική Φρουρά είχε κινητοποιηθεί στοιχειωδώς κατά τα προβλεπόμενα, ακόμη και στην κατάσταση ημι-διάλυσης που είχε περιέλθει το καλοκαίρι του ’74, η τουρκική απόβαση θα κατέληγε σε αποτυχία. Αυτό δεν καταδεικνύει τόσο κάποια ανικανότητα εκ μέρους των Τούρκων, όσο την εγγενή (και τεράστια) δυσκολία που έχει η βίαιη απόβαση.
Τα παραπάνω δε σημαίνουν ότι η δυνατότητα αποβάσεως σε μη αμυντικά οργανωμένη ακτή δεν είναι σημαντική. Αντιθέτως, η δυνατότητα αμφιβίων επιχειρήσεων παραμένει στρατηγικά κρίσιμη για μία χώρα. Χωρίς δυνάμεις πεζοναυτών οι Τούρκοι δε θα ήταν σε θέση να κάνουν την επιχείρηση στην Κύπρο, ακόμη και με την ιστορική αντίδραση της ΕΦ, ενώ οι Βρετανοί ανακατέλαβαν τα νησιά Φώκλαντ χωρίς να προβούν σε βίαιη απόβαση, εκμεταλλευόμενοι απλώς μη φυλασσόμενες παραλίες. Αυτό αποτελεί βασικό στρατηγικό πλεονέκτημα των αμφιβίων δυνάμεων: η δυνατότητά τους να επιλέξουν τον τόπο και το χρόνο της επιχείρησής τους, σε ένα μέτωπο που ο αντίπαλος δε μπορεί να επιτηρεί και να υπερασπίζεται επαρκώς.
Η μοναδική δύναμη πεζοναυτών που υποτίθεται ότι έχει τη ρεαλιστική ικανότητα για βίαιη απόβαση είναι αυτή του Σώματος των Αμερικανών Πεζοναυτών.
Το AAV-7 και το αμερικανικό δόγμα αμφιβίων επιχειρήσεων
Για να γίνει ακριβέστερα κατανοητός ο τακτικός ρόλος του οχήματος, πρέπει αυτός να ειδωθεί μέσα από το επιχειρησιακό πλαίσιο του Σώματος των Αμερικανών Πεζοναυτών. Η χρήση του AAV-7 συνυφαίνεται με το δόγμα αμφιβίων επιχειρήσεων των Αμερικανών Πεζοναυτών, αλλά και την εξέλιξή του, την εμπειρία τους, και τους σύγχρονους προβληματισμούς τους.
Θεωρητικά, οι Αμερικανοί Πεζοναύτες είναι η μόνη αμφίβια δύναμη που έχει τη δυνατότητα βίαιης παραβίασης οργανωμένης ακτής. Η δυνατότητά τους αυτή βασίζεται στο – κυμαινόμενου μεγέθους, ανάλογα με την αποστολή – συγκρότημα MAGTF (Marine Air Ground Task Force), δηλαδή στην Χερσαία-Αεροπορική Δύναμη Πεζοναυτών. Στη θεωρία, ένα Αμφίβιο Συγκρότημα Ετοιμότητας (Amphibious Ready Group – ARG) προσεγγίζει την ακτή από κάποια απόσταση, εξαπολύει την χερσαία δύναμη προς την ακτή με ελαφρά αποβατικά σκάφη, με τα οργανικά μέσα της δύναμης (δηλαδή τα AAV-7), με αερόστρωμνα καθώς και με τα ελικόπτερα της MAGTF, και την υποστηρίζει με αεροπορικά πυρά (βασικά με τα Cobra και τα Harrier του αεροπορικού αποσπάσματος της MAGTF – στην πράξη, πάντοτε και με την υποστήριξη των Μοιρών της αεροπορίας Ναυτικού της Ομάδας Μάχης Αεροπλανοφόρου που συνοδεύει την ESG), ενώ έχει τη δυνατότητα για την υποστήριξη σε ΔΜ της χερσαίας δύναμης για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Τρία βασικά στοιχεία του δόγματος έχουν ιδιαίτερη σημασία, τόσο για τους Αμερικανούς, όσο και για την περίπτωσή μας:
1.Θεωρητικά, η δύναμη έχει τη δυνατότητα απόβασης σε αμυντικά οργανωμένη ακτή. Πρακτικά, αυτό είναι πολύ αμφίβολο, για διαφόρους λόγους: η βασική προϋπόθεση για την επιτυχία μιας τέτοιας επιχείρησης είναι η εξαιρετικά ισχυρή υποστήριξη με πυρά πυροβολικού για την καταστολή και την απομόνωση της ακτής. Τα πυρά αυτά κατά το παρελθόν ήταν τα πυρά του ναυτικού πυροβολικού, που προέρχονται από τα θωρηκτά, σε μεγάλη απόσταση από την ακτή, καθώς και από αντιτορπιλικά που προσέγγιζαν την ακτή. Όμως τα θωρηκτά έχουν αποσυρθεί, και η προσέγγιση των αντιτορπιλικών θεωρείται, πλέον, απογορευτικά επικίνδυνη. Η αεροπορική υποστήρξη θεωρείται ανεπαρκής για μια τέτοια επιχείρηση. Χαρακτηρηστικά, κατά τον Α’ Πόλεμο του Κόλπου, οι Αμερικανοί Πεζοναύτες ΔΕΝ έκαναν αποβατική επιχείρηση εναντίον των ιρακινών δυνάμεων στις ακτές του Κουβέιτ, γιατί αυτό θεωρήθηκε εξαιρετικά δύσκολο κι επικίνδυνο. (Να σημειωθεί ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος θεωρήθηκαν οι ναυτικές νάρκες). Στην πράξη, ακόμη κι οι αμερικανοί πεζοναύτες αναζητούν μια αφύλακτη ή πολύ ελαφρά φυλασσόμενη ακτή για να αποβιβαστούν, κι αυτή είναι η ουσία του δόγματος του “Θαλάσσιου Επιχειρησιακού Ελιγμού“.
2.Για τη διεκπεραίωση στην ακτή, οι Πεζοναύτες αντιμετωπίζουν το εξής οξύτατο πρόβλημα: θεωρείται ότι, πλέον, είναι πολύ επικίνδυνο να πλησιάσουν τα πλοία την ακτή, λόγω της συνεχούς ανάπυξης πυραύλων εναντίον πλοίων. Για το λόγο αυτό, κατά τη δεκαετία του ’80, ήδη, διατυπώθηκε το (μέχρι σήμερα, θεωρητικά, ισχύον) δόγμα της απόβασης “Πέραν του Ορίζοντος”: τα αποβατικά πλοία θα παρέμεναν σε μεγάλη απόσταση από την ακτή αποβάσεως, και από εκεί θα εξαπέλυαν τις δυνάμεις αποβάσεως: τα AAV-7, τα ελικόπτερα CH-46 (και σήμερα και τα MV-22) καθώς και τα LCAC με τα υπόλοιπα οχήματα και την εφοδιαστική υποστήριξη των δυνάμεων αποβάσεως. Η “Πέραν του Ορίζοντος” απόσταση καθορίστηκε (τότε) στα 25 ναυτικά μίλια, κυρίως με βάση τους υπολογισμούς για τα βεληνεκή των απειλών εδάφους-επιφανείας της εποχής. Όμως, το AAV-7 ήταν αδύνατον να επιτύχει την απαιτούμενη διεκπεραίωση, γιατί αφ’ ενός είχε οριακά επαρκή ακτίνα δράσης (που σημαίνει ότι αν το έκανε, θα είχε, σχεδόν, μείνει από καύσιμα στην ακτή), και, κυρίως, γιατί με ταχύτητα 5-8 κόμβων την ώρα (ανάλογα με την κατάσταση της θάλασσας), ο πλους διαρκεί 4 ώρες. Όμως η εμπειρία των πεζοναυτών ως προς αυτό δεν επιδέχεται διαπραγμάτευση: λόγω των εξαιρετικά δυσμενών συνθηκών που επικρατούν μέσα στο σκάφος κατά τον πλού (σκοτάδι, αναταραχή λόγω κυματισμού και αναθυμιάσεις λόγω του κινητήρα), οι πεζοναύτες δεν παραμένουν αξιόμαχοι για πλόες μεγαλύτερους της μίας ώρας. Ο αυστηρός αυτός περιορισμός έθεσε και μια βασική απαίτηση επίδοσης στο διάδοχο όχημα του AAV-7, το EFV: Θαλάσσια ταχύτητα 25 κόμβων (έτσι ώστε η διαδρομή των 25 νμ να μπορεί να διανυθεί σε μία ώρα). Είναι μία βασική επίδοση που το υπό ανάπτυξη EFV αποτυγχάνει μέχρι σήμερα να επιτύχει, και που θέτει σε σοβαρή αμφιβολία το μέλλον του. Πιο απλά: οι Αμερικανοί πεζοναύτες γνωρίζουν ότι για να εξαπολύσουν τα AAV-7 για απόβαση, τα αποβατικά πλοία θα πρέπει να πλησιάσουν την ακτή πολύ περισσότερο απ΄όσο αισθάνονται άνετα. Επιπλέον, η απόσταση των 25 νμ έχει προ πολλού ξεπεραστεί από τις εξελίξεις στους πυραύλους εναντίον πλοίων. Τα βεληνεκή των συγχρόνων πυραύλων είναι πολλαπλάσια. Τόσο η προσβολή του Stark στον Περσικό Κόλπο το 1987 όσο και η προσβολή της ισραηλινής κορβέτας Hanit το 2006 στο Λίβανο έχουν επιτείνει την ανησυχία των Πεζοναυτών ως προς την απειλή αυτή, και την απαίτηση για όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απόσταση των αποβατικών από την ακτή.
3.Τόσο το AAV-7 όσο και ο διάδοχός του EFV είναι σκάφη ελαφρά τεθωρακισμένα και ιδιαίτερα ογκώδη, στοιχεία που δεν τα κάνουν ιδανικά για την εμπλοκή τους σε μάχη βαρέων σχηματισμών. Η αντίληψη αυτή για το AAV-7 φαίνεται να έχει επιβεβαιωθεί από την πολεμική εμπειρία στο Ιράκ. Ο αρχικός σχεδιασμός των δύο σκαφών βασιζόταν στην αποστολή των αμερικανών για υπεράσπιση της Βόρειας Πτέρυγας του ΝΑΤΟ κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, με πολεμική αποστολή την εισβολή στη στρατηγικής σημασίας χερσόνησο της Καμτσάτκα, στην οποία δεν υπήρχαν μηχανοκίνητοι σχηματισμοί αλλά κυρίως ισχυρές στατικές φρουρές.
Συνοψίζοντας τα σχετικά με τους αμερικανούς πεζοναύτες, το δόγμα τους και το όχημα AAV-7 που έχουν σε υπηρεσία:
Α) δεν έχουν, πλέον, την δυνατότητα και την προθυμία να κάνουν αποβάσεις του είδους που γίνονταν στον Β’ ΠΠ. Ακόμη κι αυτοί επιδιώκουν, όπως και όλες οι υπόλοιπες δυνάμεις πεζοναυτών ανά τον κόσμο, την αποβίβαση σε αφύλακτη περιοχή και την εξόρμησή τους από εκεί για μάχη.
Β) δεν έχουν μεγάλη προθυμία να πλησιάσουν την ακτή με τα πλοία, γνωρίζοντας ότι η εξόρμηση προς την ακτή πρέπει να γίνει από όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απόσταση, κι αυτό φαίνεται να έχει ιδιαίτερη βαρύτητα σε ότι αφορά το AAV-7, ακόμη και το διάδοχό του όχημα, και
Γ) και τα δύο οχήματα, το AAV-7 και το EFV είναι παγιδευμένα στο διπλό τους ρόλο, δηλαδή και αποβατικής ακάτου και ΤΟΜΠ ή ΤΟΜΑ, που γίνεται με κρίσιμους συμβιβασμούς και ως προς τους δύο ρόλους.
Είναι τρία σημεία που είναι χρήσιμο να έχουμε κατά νου για την ελληνική περίπτωση.
http://belisarius21.wordpress.com
Διαβάστε περισσότερα...