γράφει ο Βελισάριος
13η Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων – Οι Αμφίβιοι Καταδρομείς
Η σύλληψη της ύπαρξης μιας μονάδας για τη διεξαγωγή αμφιβίων επιχειρήσεων στο χώρο το Αιγαίου είναι απολύτως ορθή, αλλά είναι αμφίβολο αν το δόγμα της εν λόγω μονάδας έχει προσαρμοστεί επαρκώς τόσο στις επιχειρησιακές όσο και στις πολιτικές απαιτήσεις του θεάτρου επιχειρήσεων. Βασική φιλοσοφία της Διοίκησης είναι η διασπορά των μοιρών στα μεγάλα νησιά, εξοπλισμένων με ελαφρά πλωτά (ελαστικές λέμβους σταθερής γάστρας), οι οποίες είναι σε θέση να διασπαρούν στο περιβάλλον γύρω από τα νησιά και να έχουν τον αντίπαλο σε αμφιβολία σχετικά με τη φίλια διάταξη. Μπορούν επίσης να διεισδύσουν με πολύ χαμηλό οπτικό και ακουστικό ίχνος σε εχθρικές περιοχές και να αποβιβάζουν τους επιβαίνοντες καταδρομείς ώστε αυτοί – τουλάχιστον θεωρητικά – να προβούν σε καταδρομικές ενέργειες. Επιπλέον, μια συγκεκριμένη μοίρα, η Ζ’, δεν έχει προκαθορισμένη περιοχή ευθύνης αλλά προετοιμάζεται για δράση σε όλο το χώρο του Αιγαίου, δηλαδή όπου θα έχει εντοπιστεί η εχθρική απειλή ή ενέργεια.
Η παραπάνω φιλοσοφία δημιουργεί σοβαρούς περιορισμούς σε ότι αφορά τις δυνατότητές της και το ρόλο της στο Αιγαίο. Η βασική αδυναμία της μονάδας προέρχεται από τον διπλό ρόλο που έχει, συνειδητά ή μη, αναλάβει, καθώς η παρουσία της ανταποκρίνεται σε δύο διαφορετικές επιχειρησιακές ανάγκες στο Ανατολικό Αιγαίο. Στο Ανατολικό Αιγαίο υπάρχουν:
■ H επιχειρησιακή ανάγκη για κυριαρχία στον θαλάσσιο αρχιπελαγικό χώρο και στο πυκνό σύμπλεγμα μικρών νησιών, νησίδων και βραχονησίδων που αποτελούν μέρος της ελληνικής επικράτειας και χώρο σημασίας τόσο στρατιωτικής όσο και πολιτικής. Ένας τέτοιος χώρος δε μπορεί να οργανωθεί αμυντικά με την λογική των διεσπαρμένων φρουρών. Αυτά μπορεί να υπάρχουν, σε κάποιο βαθμό μόνον, περισσότερο για λόγους επίδειξης κρατικής κυριαρχίας και λιγότερο για λόγους στρατιωτικής σκοπιμότητας. Ένας τέτοιος χώρος απαιτεί την ύπαρξη στρατιωτικής παρουσίας προσαρμοσμένης στο ιδιαίτερο αυτό επιχειρησιακό περιβάλλον, με σκοπό την κυριαρχία σε αυτόν.
■ Η επιχειρησιακή ανάγκη για τη δυνατότητα των Ελληνικών Ενόπλων δυνάμεων να καταφέρουν πλήγματα σε στρατιωτικούς στόχους του αντιπάλου στην μικρασιατική ακτή. Η μικρασιατική ακτή είναι ο χώρος εξόρμησης των επιθετικών επιχειρήσεων της Τουρκίας. Καμία αντίληψη για την άμυνα του Αιγαίου δεν είναι επιχειρησιακώς επαρκής, ούτε επαρκώς αποτρεπτική αν δεν περιλαμβάνει ενέργειες που θα αποδιοργανώνουν σοβαρά την τουρκική επιθετική προσπάθεια. Θα ήταν σοβαρό λάθος να αφεθεί η τουρκική επιθετική προσπάθεια να εκδιπλωθεί ανενόχλητη. Αν το μεγάλο τουρκικό γεωγραφικό πλεονέκτημα στο Ανατολικό Αιγαίο είναι η άμεση γειτνίαση της ακτής με τα νησιά που επιτρέπει άμεση πρόσβαση δια θαλάσσης στα νησιά, χωρίς την ανάγκη μεγάλου αποβατικού στόλου και της έκθεσής του στα ανοικτά, η ελληνική στρατιωτική σκέψη οφείλει να αναδείξει την άλλη όψη του νομίσματος: η εγγύτητα της ακτής στα νησιά θέτει την ευρύτερη περιοχή οργάνωσης της επίθεσης εντός του βεληνεκούς ελληνικών επιθετικών ενεργειών. Αν για την άμυνα της Κύπρου η Μερσίνα είναι υπερβολικά μακριά, για την άμυνα της Χίου η Ερυθραία είναι – εκτός από επικίνδυνα κοντά – και ελκυστικά κοντά.
Κάθε μια από τις δύο προηγούμενες επιχειρησιακές απαιτήσεις εξυπηρετείται από διαφορετικών ειδών μονάδες, ή πάντως απαιτεί διαφορετικές επιχειρησιακές ικανότητες. Η 13η ΔΕΕ πάσχει και κατά τις δύο επιχειρησιακές ικανότητες. Πάσχει κατά τη δυνατότητα να διενεργήσει επιθετικές επιχειρήσεις εναντίον της μικρασιατικής ακτής, και κυρίως κατά της περιοχής εξαπόλυσης της τουρκικής αποβάσεως (που θα πρέπει να αναμένεται ότι θα φρουρείται εντατικά και θα έχει κορεστεί από στρατό. Η 13η ΔΕΕ πάσχει επίσης από την αδυναμία της να κινηθεί μαζικά σε όλο το μήκος του Αιγαίου για να επιβάλει στρατιωτική κυριαρχία στο περιβάλλον αυτό με τα μέσα που το συγκεκριμένο ιδιαίτερο περιβάλλον απαιτεί.
Η δεύτερη αδυναμία προκύπτει από το είδος των πλωτών μέσων που η μονάδα χρησιμοποιεί. Η κριτική αυτή δεν αφορά την ποιότητα της ελληνικής σχεδίασης και κατασκευής λέμβου Magna 960, αλλά την κατηγορία πλωτών που έχει επιλεγεί. Κατ΄ εξοχήν στην περίπτωση της 13ης ΔΕΕ, η κατηγορία του χρησιμοποιούμενου πλωτού μέσου δεν επιβάλει απλώς περιορισμούς ή δίνει επιπλέον δυνατότητες, αλλά αλλάζει ριζικά τον χαρακτήρα της μονάδας και το ρόλο της στο Αιγαίο. Η επιλογή που έχουν αντίστοιχοι σχηματισμοί με πεδίο δράσης αρχιπελαγικά περιβάλλοντα ή ό,τι γενικότερα αποκαλείται “παράκτιος πόλεμος” είναι διαφορετική. Τόσο οι σκανδιναβικές χώρες, οι κατ’ εξοχήν εξειδικευμένες και έμπειρες σε περιβάλλον αυτής της μορφής, όσο άλλοι οργανισμοί που ενεργούν σε παρόμοιο περιβάλλον, έχουν από χρόνια στραφεί στη χρήση μικρών πλοίων-σκαφών εφόδου. Πρόκειται για την κατηγορία σκαφών που οι χαρακτηριστικότεροι εκπρόσωποι είναι σήμερα το σουηδικό CB-90, και το φιλλανδικό Jurmo, αλλά που περιλαμβάνει ένα μεγάλο φάσμα τύπων σκαφών. Τα βασικά χαρακτηριστικά των σκαφών αυτών είναι το μικρό τους εκτόπισμα, η υψηλή τους ταχύτητα, η καλή τους συμπεριφορά στη θάλασσα, η δυνατότητά τους να μεταφέρουν υπό προστασία περί τους είκοσι άνδρες, και η δυνατότητά τους να φέρουν σημαντικό οπλισμό και αισθητήρες.
Η διαφορά που δημιουργείται από την παρουσία ή απουσία τέτοιων σκαφών μπορεί να αναλυθεί στα εξής επί μέρους επιχειρησιακά χαρακτηριστικά της μονάδας:
Δυνατότητα παρουσίας στην περιοχή μάχης ή έντασης
Οι λέμβοι σταθερής γάστρας από τη φύση τους είναι σχεδιασμένες για τη διεξαγωγή καταδρομικών επιχειρήσεων, δηλαδή για την κρυφή και αθόρυβη μεταφορά καταδρομέων σε ελάχιστα ή καθόλου επιτηρούμενη και φυλασσόμενη περιοχή του εχθρού. Εφ’ όσον οι λέμβοι γίνουν αντιληπτές κατά τη διάρκεια του πλοός, το μεταφερόμενο τμήμα είναι εξαιρετικά ευάλωτο σε σχεδόν οποιαδήποτε εχθρική ενέργεια, με μηδενική προστασία και δυνατότητα αντίδρασης. Αυτό είναι αποδεκτός κίνδυνος σε μία καταδρομική επιχείρηση που στηρίζεται ουσιωδώς στον αιφνιδιασμό, δεν είναι όμως αποδεκτή κατάσταση για μία μονάδα που θέλει να συγκεντρώνεται σε περιβάλλον που είναι ήδη επιτηρούμενο από τον εχθρό, και πιθανότατα με σημαντική εχθρική παρουσία. Αντίθετα, τα σκάφη εφόδου επιτρέπουν όχι μόνον την εμφανή παρουσία αλλά και σημαντική προστασία, ενώ με απολύτως εφικτές οικονομικά και τεχνικά διαμορφώσεις εξοπλισμού έχουν εξαιρετική δυνατότητα αυτοπροστασίας και επιθέσεως. Επιπλέον, τα μεγαλύτερα σκάφη εφόδου έχουν τη δυνατότητα να φέρουν αισθητήρες που παρέχουν ικανοποιητικά επίγνωση τακτικής κατάστασης. Ιδιαίτερα η δυνατότητα σταθεροποιημένων οργάνων υπερύθρων δίνει κρίσιμες δυνατότητες παρατήρησης τόσο της θάλασσας όσο και του εδάφους.
Οι παραπάνω διαφορές σημαίνουν ότι η μονάδα εξοπλισμένη με τέτοια σκάφη θα μπορεί να επιδιώκει ανοιχτά την παρουσία της και την κυριαρχία της σε ένα μικρονησιακό περιβάλλον. Στην αντίθετη περίπτωση (όπως τώρα) η μονάδα θα επιδιώκει απλώς να μη γίνει αντιληπτή και να αιφνιδιάσει τον αντίπαλο, και μάλιστα όχι εκεί που αυτός αναπτύσσει τη δραστηριότητά του, αλλά κάπου στην ευρύτερη περιοχή. Η δυνατότητα για αποτροπή και επιδίωξη κυριαρχίας που παρέχουν τα σκάφη εφόδου δεν είναι απλώς χρήσιμη επιχειρησιακά. Είναι κρίσιμη πολιτικά. Για την ακρίβεια, στο περιβάλλον του Αιγαίου και με τις συγκεκριμένες πολιτικές συνθήκες που επικρατούν τα τελευταία είκοσι χρόνια, αυτή είναι μια κορυφαία προτεραιότητα. Για να το πούμε λίγο σχηματικά: 30 σκάφη εφόδου στο Αιγαίο θα ήταν απείρως πιο σημαντικά από 30 άρματα στον Έβρο
Δυνατότητα συγκέντρωσης
Στην παρούσα κατάσταση η δυνατότητα θαλάσσιας μεταφοράς υπόκειται σε σημαντικούς περιορισμούς καιρικών συνθηκών, ταχύτητας και εμβέλειας. Οι ελαστικές λέμβοι σταθερής γάστρας μπορούν να είναι ταχύτατες, αλλά η καταπόνηση στον προσωπικό που επιφέρει η ταχύτητα δεν επιτρέπει την διατήρησή της για σημαντικό χρονικό διάστημα. Η έκθεση στις καιρικές συνθήκες είναι επίσης παράγοντας που επιφέρει ανεπίτρεπτη καταπόνηση στο προσωπικό, ακόμη και σχετικά ασθενής κακοκαιρία δεν επιτρέπει τον πλού (τουλάχιστον όχι επιχειρησιακά χρήσιμο). Δεν αναφερόμαστε σε “κακουχίες” που κάποιοι περισσότερο “σκληραγωγημένοι” άντρες θα μπορούσαν να αντέξουν, ούτε για ενόχληση που μπορεί να αγνοηθεί. Μιλάμε για συνθήκες απαγορευτικές για τον ανθρώπινο οργανισμό και, στην περίπτωση των καιρικών συνθηκών, και για τα σκάφη.
Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι δυνατότητα της μονάδας να ενεργήσει ως μονάδα δεν υφίσταται. Οι μοίρες (με εξαίρεση την Ζ’) είναι “δεμένες” σε περιοχές ευθύνης, και, ακόμη κι αν διαφανεί με σαφήνεια η περιοχή την οποία ο εχθρός απειλεί, μόνον η τοπική μοίρα και στοιχεία της Ζ’ΜΑΚ θα αντιμετωπίσουν τις εχθρικές δυνάμεις. Καμία δυνατότητα συγκεντρωτικής δράσης της 13ης ΔΕΕ δεν υφίσταται, παρ’ όλο που αυτό είναι ουσιώδες χαρακτηριστικό των δυνάμεων αυτού του είδους: η άμεση συγκέντρωση όλης της μονάδας εκεί που εκδηλώνεται η εχθρική απειλή. Η αδυναμία της 13ης ΔΕΕ να ενεργήσει σαν επίλεκτη αμφίβια δύναμη συγκεντρωτικά, εκεί που εντοπίζεται η εχθρική πρόθεση και δραστηριότητα είναι κρίσιμη, στρατηγικής σημασίας αδυναμία της άμυνας του Αιγαίου, η οποία πρέπει να έχει απόλυτη προτεραιότητα στην αντιμετώπισή της. Για να το πούμε πιο απλά: η βασική μας αδυναμία στο Αιγαίο είναι ότι υπάρχουν δεκάδες διάσπαρτοι και απομονωμένοι στόχοι, τους οποίους αδυνατούμε να υπερασπιστούμε (και μάλιστα: να προστατεύσουμε εκ των προτέρων) αποτελεσματικά. Αυτό είναι, ως ένα βαθμό, αναπόφευκτο, αλλά η προσπάθεια της ΑΣΔΕΝ θα πρέπει να είναι όχι μόνον η – αναπόφευκτη – ενίσχυση των καίριων στόχων αλλά και η δυνατότητα άμεσης συγκέντρωσης δυνάμεων στο σημείο ενδιαφέροντος. Η βασική αρχή της οικονομίας δυνάμεων στο Αιγαίο τείνει να ατονήσει. Με δεδομένο τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του θεάτρου επιχειρήσεων, αυτό είναι κατανοητό, αλλά η δική μας προσπάθεια πρέπει να κατατείνει συνεχώς προς τα εκεί: την άρση αυτής της αδυναμίας.
Δυνατότητα υποστήριξης των χερσαίων τμημάτων
Η δυνατότητα προσβολής στόχων σε νησίδες από πλευράς πλωτών, είτε για υποστήριξη των ομάδων που θα επιβιβαστούν, είτε στο πλαίσιο του γενικού σχεδίου δράσης τους, είναι εξαιρετικά περιορισμένες έως ανύπαρκτες. Τα πλωτά είναι εξοπλισμένα με πενηντάρια για να υποστηρίξουν το καταδρομικό τμήμα σε περίπτωση που αυτό γίνει αντιληπτό κατά τη φάση της αποβίβασης ή της απαγκίστρωσης. Όμως, αυτή η δυνατότητα προσβολής και υποστήριξης με βαρέα όπλα πεζικού (με βαριά πολυβόλα, βομβιδοβόλα, όλμους ή πυραύλους) είναι κρίσιμη για την επικράτηση σε ένα τέτοιο επιχειρησιακό περιβάλλον – άσχετα με το πόσο καλά είναι εκπαιδευμένοι και εξοπλισμένοι οι αμφίβιοι καταδρομείς που θα αποτελούν τα τμήματα κρούσεως. Και δυνατότητα παροχής πυρών υποστήριξης από τις ελαστικές λέμβους είναι απλούστατα ανεπαρκής. Κανένα αμφίβιο τμήμα δε θα μπορέσει να καταβάλει τη φρουρά ενός νησιού, νησίδας ή βραχονησίδας στην οποία ο εχθρός θα έχει εγκατασταθεί αμυντικά με τη βοήθεια αιφνιδιασμού και κάνοντας χρήση ελαφρού οπλισμού Στο επιχειρησιακό περιβάλλον των μικρών νησιών του Αιγαίου και σε περίοδο εντάσεως ή πολέμου, οι δυνατότητες αιφνιδιασμού θα είναι πολύ περιορισμένες, και ο αντίπαλος θα είναι επίλεκτα και εμπειροπόλεμα τμήματα .
Τρία σημεία ενδιαφέροντος
Η αναφορά στην 13η ΔΕΕ περιλαμβάνει μία πρόταση που φαίνεται να ακυρώνει το χαρακτήρα της 13ης ΔΕΕ ως δυνάμεως καταδρομών και να τους μετατρέπει σε τακτική δύναμη, δεδομένου ότι αναφέρεται “μαζική παρουσία των σκαφών”, “υποστήριξη με βαρέα όπλα” και “δυνατότητα εμφανούς παρουσίας” των σκαφών εφόδου. Τίποτα τέτοιο δεν ισχύει. Μαζική παρουσία σκαφών δε σημαίνει ότι αυτά θα ενεργούν σε “πυκνή τάξη”. Προφανώς, η ανάπτυξή τους στο χώρο των επιχειρήσεων θα γίνεται σε πολύ μικρές ομάδες που θα επιδιώκουν να παραμένουν αθέατες μέχρι, ενδεχομένως, να εντοπιστούν. Πέραν της φύσης του χερσαίου αγώνα σε νησίδες, που παραμένει ο ίδιος και με τις ίδιες υψηλές απαιτήσεις για τους καταδρομείς, και η δράση των πλωτών μέσων οφείλει να είναι στην ουσία της ανορθόδοξη. Απλώς, συνολικά ο αριθμός των σκαφών (με τον οπλισμό υποστήριξης και τους αμφίβιους καταδρομείς που θα μεταφέρουν) θα είναι τέτοιος που να εξασφαλίζει τοπική υπεροχή, και μάλιστα αποφασιστική. Η υποστήριξη με βαρέα όπλα (όλμους, κατ’ ελάχιστον) δεν είναι ασύμβατη με καταδρομικές ενέργειες ή με τη δράση των καταδρομέων. Και η δυνατότητα εμφανούς παρουσίας των σκαφών δε σημαίνει ότι αυτά την επιδιώκουν. Σημαίνει, όμως, ότι στην (πολύ πιθανή) περίπτωση που αυτά γίνουν αντιληπτά κατά την ανάπτυξή τους στην περιοχή ενδιαφέροντος, αυτά δεν είναι ανυπεράσπιστα αλλά μπορούν να εμπλακούν και να καταβάλουν τις πιθανότερες υφιστάμενες απειλές. Ο υψηλός βαθμός ανεξαρτησίας των επιχειρησιακών μονάδων, καθώς και η φύση του χερσαίου αγώνα όποτε αυτός προκύπτει απαιτεί καταδρομείς υψηλής ποιότητας κι επιπέδου.
Ένα δεύτερο σημείο ενδιαφέροντος θα μπορούσε να αφορά την απαιτούμενη ακτίνα δράσης των σκαφών αυτών. Πράγματι, οι αποστάσεις που πρέπει να διανύονται προκειμένου τα σκάφη αυτά να δρουν μαζικά, είτε εξορμούν από πιο κεντρικά νησιά του Αιγαίου, είτε παραμένουν διασκορπισμένα στα κύρια νησιά, είναι πολύ μεγαλύτερες από την ακτίνα δράσης των σκαφών – ακόμη και του Mark V, με την αισθητά μεγαλύτερη ακτίνα δράσης από τα υπόλοιπα. Όμως τα σκάφη αυτά θα ενεργήσουν εντός ενός Αρχιπελάγους που η ελληνική πλευρά κατέχει η ίδια. Η κατοχή του Αρχιπελάγους της δίνει το δικαίωμα να το οργανώσει σαν αμυντικό χώρο, κι όχι απλώς να ανησυχεί για τον διασπασμένο του χαρακτήρα. Αυτό σημαίνει ότι είναι εύκολο να έχει εκ των προτέρων ετοιμαστεί ένα σύστημα σημείων ανεφοδιασμού των σκαφών σε μεγάλη έκταση στο Αιγαίο, και αυτό χωρίς ιδιαίτερη νέα δαπάνη ή επένδυση. Είναι μάλλον απλός ο σχεδιασμός του ανεφοδιασμού των σκαφών σε πάμπολλα σημεία στο Αιγαίο στα οποία υπάρχει στρατιωτική (ή και απλή κρατική) παρουσία.
Τέλος, ένα τρίτο σημείο ενδιαφέροντος – και πολύ πιο σημαντικό από τα δύο προηγούμενα – είναι η μορφή της σχέσης με το ΠΝ που μία τέτοια εξέλιξη θα απαιτούσε ή θα επέφερε. Οι λέμβοι σταθερής γάστρας μπορεί να μην ενδιέφεραν ιδιαίτερα το ΠΝ και να ήταν εύκολο να τις αγνοεί, κατ’ ουσίαν, επιχειρησιακά, όμως κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν με τα σκάφη εφόδου, τα οποία είναι, στην ουσία, μικρά πλοία. Και, φυσικά, το θέμα πέραν του επιχειρησιακού στοιχείου, έχει και το καθαρά τεχνικό. Η διακυβέρνηση και η συντήρηση τέτοιων σκαφών είναι μάλλον καθαρά ναυτικό αντικείμενο, και θα ήταν αντιπαραγωγικό να εκπαιδευτούν άνδρες του ΕΣ στο αντικείμενο αυτό. Ας σημειωθεί ότι περισσότερες χώρες που έχουν αμφίβιες δυνάμεις, είτε είναι “τακτικού” χαρακτήρα, είτε “καταδρομικού”, οι δυνάμεις αυτές ανήκουν στο οικείο ναυτικό (και όχι στον οργανισμό του στρατού ξηράς) γεγονός που παρέχει απλή κι ασφαλή οργανωτική λύση στο πρόβλημα του χειρισμού των πλοίων.
Συμπερασματικά
Συμπερασματικά, η ύπαρξη μιας μεγάλης μονάδας αμφιβίων καταδρομών είναι επιτακτική για την άμυνα του Αρχιπελάγους. Όμως ο χαρακτήρας της οφείλει να τροποποιηθεί σημαντικά σε σχέση με το σημερινό χαρακτήρα της 13ης ΔΕΕ που διαδραματίζει το ρόλο αυτό σήμερα. Στην παρούσα κατάσταση, η 13η ΔΕΕ είναι η διοικητική συσσωμάτωση κατ’ ουσίας ανεξάρτητων μικρών μονάδων που σε περίπτωση επιχειρήσεων θα τεθούν υπό τη διοίκηση της οικείας ΑΔΤΕ για να ενισχύσουν την άμυνα του κάθε μεγάλου νησιού και να καλύψουν με τη δράση τους το μικρονησιακό περιβάλλον γύρω από αυτό. Θεωρητικά μπορούν να προβούν και σε επιθετικές ενέργειες στη μικρασιατική ακτή, αλλά η δυνατότητα αυτή θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με σχετική επιφύλαξη, τόσο ως προς τη ρεαλιστική δυνατότητα ανάληψης τέτοιας δράσης όσο (και κυρίως) ως προς την επιχειρησιακή της αποτελεσματικότητα. Ρεαλιστικός εδώ σημαίνει ότι ένας ρόλος ή μία αποστολή που σχεδιάζεται θεωρητικά εν καιρώ ειρήνης, όταν ο σχεδιασμός, ο εξοπλισμός κι εκπαίδευση δεν είναι ρεαλιστικά και αξιόπιστα, , όταν θα προκύψει η περίσταση για την πραγματική της εκτέλεση, δε θα εκτελεστεί και θα εγκαταλειφτεί, είτε ευθέως είτε προσχηματικά.
Εάν υιοθετηθεί το προτεινόμενο σχήμα, τότε από πλευράς δυνάμεων η 13η ΔΕΕ θα μετατραπεί πάλι σε 13ο ΣΑΚ, με την πραγματική σύμπτυξη των ΕΤΕΘ σε δύο ή, ενδεχομένως, τρεις μοίρες, και με ταυτόχρονη απόσπαση της Ζ΄ΜΑΚ από αυτήν. Το ΣΑΚ θα πρέπει να έχει το ρόλο των λυκόσκυλων του Αιγαίου, και να επιδεικνύει και να επιβάλει αξιόπιστα την ελληνική κυριαρχία στο περιβάλλον αυτό που τα τελευταία 20 χρόνια έχει αποκτήσει ιδιαίτερα μεγάλη πολιτική σημασία, πέραν της στρατιωτικής του. Οι δυνάμεις της μονάδας μπορούν να εδρεύσουν σε ένα ή, προτιμότερο, σε δύο στρατόπεδα, στο Ανατολικό Αιγαίο (ή λίγο δυτικότερα, ώστε να είναι ασφαλέστερα τα σκάφη κατά την ανάπτυξή τους στους χώρους επιχειρήσεων) και εν καιρώ ειρήνης μόνον περιοδική ανάπτυξη θα έχουν αποσπάσματα στις περιοχές ενδιαφέροντος.
Η Ζ΄ΜΑΚ, μαζί με το ΕΤΑ θα πρέπει, ενοποιούμενες, να αποτελέσουν τον πυρήνα μιας ενιαίας μονάδας (πραγματικών) ειδικών δυνάμεων, με προσανατολισμό τη διενέργεια αναγνώρισης και κρούσης και με απευθείας υπαγωγή στον Αρχιστράτηγο. Περί αυτού, σε ιδιαίτερο, ξεχωριστό απόσπασμα. Η μονάδα αυτή θα είναι ο κατ’ εξοχήν υπεύθυνη για να αποδιοργανώσει την τουρκική προσπάθεια αυστηρά επιλεγμένα πλήγματα στη Μικρασιατική ακτή ή και στα ενδότερα.
Η διενέργεια καταδρομικών επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας έναντι της Μικρασιατικής ακτής οφείλει να είναι δευτερεύων στόχος του ΣΑΚ, γιατί πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι η γενική περιοχή της εξαπόλυσης της τουρκικής επιχειρήσεως θα είναι ιδιαίτερα καλά προστατευμένη και κορεσμένη από στρατεύματα . Μόνον αν εμφανιστεί συγκεκριμένη ευκαιρία θα πρέπει να αναλαμβάνεται τέτοια αποστολή, και όχι αυτό να αποτελεί μέρος του βασικού σχεδιασμού.
Αντίθετα, ως δευτερεύουσα αποστολή του ΣΑΚ θα πρέπει να εξεταστεί η υποβοήθηση της αρχικής φάσης αποβατικής επιχειρήσεως εκ μέρους των Πεζοναυτών. Ο επιχειρησιακός χαρακτήρας του ΣΑΚ συμπίπτει εν πολλοίς με τις απαιτήσεις κατά την αρχική φάση μιας τέτοιας ενέργειας στο Αιγαίο, και ο μόνος περιορισμός είναι η διαθεσιμότητα του ΣΑΚ με δεδομένες την κύρια αποστολή του. Αν κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά ο εξοπλισμός των Πεζοναυτών με τον τύπο αυτό και την αντίστοιχη εκπαίδευση.
Ακροτελεύτια Παρατήρηση
Το σημείωμα για τους αμφίβιους καταδρομείς είναι το μοναδικό από όλα αυτής της σειράς, το οποίο αποδίδει τόση σημασία στον εξοπλισμό της μονάδας, έστω κι αν η σημασία αφορά μία γενική κατηγορία σκάφους. Η κατηγορία αυτή εξοπλισμού δεν είναι κάτι καινοφανές, είναι ουσιώδες χαρακτηριστικό του αγώνα σε αρχιπελαγικό περιβάλλον, και ως εκ τούτου θα όφειλε να αποτελεί πάγια απαίτηση των Εν. Δυνάμεων. Ταυτόχρονα, είναι μια σχετικά απλή κατασκευή ενός βιομηχανικού κλάδου στον οποίο η Ελλάδα έχει κάποιες αξιώσεις, ακόμη και στη χειρότερη κατάστασή της. Ο αμυντικός σχεδιασμός της χώρας (αν υπάρξει ποτέ κάτι τέτοιο) θα όφειλε να εντάξει μια τέτοια απαίτηση στο εθνικό κατασκευαστικό πρόγραμμα. Ο σχεδιασμός και η κατασκευή ενός τέτοιου σκάφους δεν είναι εκτός των δυνατοτήτων της ελληνικής ναυπηγικής βιομηχανίας. Αλλά αυτό είναι ένα ευρύτερο θέμα…
Πηγή
Διαβάστε περισσότερα...