Μέρος 2ο: Το AAV-7 και οι Έλληνες Πεζοναύτες

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

γράφει ο Βελισάριος

Όπως και για όλα τα εξοπλιστικά θέματα, η εκτίμηση ενός οπλικού συστήματος δε μπορεί να γίνει χωρίς εκτενή ανάλυση του επιχειρησιακού πλαισίου δράσης του, η οποία και παρέχει τα κριτήρια για την αποτίμηση των τεχνικών χαρακτηριστικών.

Για τις δυνάμεις Πεζοναυτών οι αμφίβιες επιχειρήσεις είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με το Αιγαίο Πέλαγος. Αυτό το θέατρο επιχειρήσεων αποτελεί ένα από τα πιο απαιτητικά και σύνθετα θέατρα επιχειρήσεων παγκοσμίως, και τα προβλήματα που θέτει είναι “διακλαδικά”, με τη βαθύτερη έννοια του όρου, δηλαδή όχι απλώς του συντονισμού των ενεργειών αλλά της συνέργειας και της αλληλεξάρτησης των επιχειρησιακών επιδιώξεων.

Τα ελληνικά επιχειρησιακά προβλήματα στο Αιγαίο

Στο θέατρο επιχειρήσεων του Αιγαίου Πελάγους, οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις δεν αντιμετωπίζουν ένα μονοσήμαντο αμυντικό πρόβλημα. Από επιχειρησιακής απόψεως, οι απειλές μπορούν να διακριθούν σε τρεις ουσιωδώς διαφορετικές μεταξύ τους περιπτώσεις:

■ απειλή για την κατάληψη ενός μείζονος, κατοικημένου νησιού, όπως είναι η Λήμνος, η Μυτιλήνη, η Χίος, η Σάμος, η Κάλυμνος, η Κως ή η Ρόδος
■ απειλή για την κατάληψη ενός μικρότερου μεγέθους αλλά σημαντικού, κατοικημένου νησιού, όπως οι Φούρνοι, η Πάτμος, η Λέρος, οι Λειψοί, οι Αρκοί, η Νίσυρος, η Τήλος, η Σύμη ή το Καστελόριζο (και ο κατάλογος δεν είναι, φυσικά ακριβής ή εξαντλητικός)
■ απειλή για την κατάληψη μικρών ακατοίκητων νησίδων ή βραχονησίδων
Ο ρόλος των Πεζοναυτών – και μέσα σε αυτόν και η ενδεχόμενη αξιοποίηση του AAV-7 – μπορεί να εξεταστεί με βάση τη διάκριση αυτή.

Η απειλή της κατάληψης ενός μείζονος, κατοικημένου νησιού

Η αντιμετώπιση της απειλής αυτής μπορεί και πρέπει να εκπληρώνεται με αυτάρκεια από τις φρουρές των μεγάλων νησιών, χωρίς την αναμονή ενισχύσεων από την ΑΣΔΕΝ.

Η μορφή της απειλής εναντίον μεγάλου ελληνικού νησιού του Ανατολικού Αιγαίου, προκύπτει με αρκετή σαφήνεια από τις μεγάλες ασκήσεις της Δ’ Στρατιάς , και κυρίως τις ετήσιες ασκήσεις Efes (μια ενδιαφέρουσα συνοπτική ανάλυση από τον κ. Μηνάγια μπορεί κανείς να βρει εδώ). Συνοπτικά, αυτό προβλέπει τον αεροναυτικό αποκλεισμό του νησιού-στόχου από τις τουρκικές ναυτικές δυνάμεις επιφανείας και την τουρκική αεροπορία, την απαγόρευση της χρήσης του Αιγαίου ανάμεσα στον ηπειρωτικό κορμό και το νησί-στόχο, κι εν συνεχεία την εισβολή στο νησί-στόχο, με αποβατικές και αεραποβατικές επιχειρήσεις που θα διεξαχθούν από τα παράλια της Μικρασίας προς την ανατολική πλευρά του νησιού, με το πλεονέκτημα της προστασίας και των μικρών αποστάσεων που δίνει η γεωγραφική διαμόρφωση.

Ρεαλιστικά, η επιτυχία ενός τέτοιου εγχειρήματος εξαρτάται είτε από προκαταρκτικές πολεμικές επιχειρήσεις αρκετών ημερών, είτε από την επίτευξη στρατηγικού αιφνιδιασμού εκ μέρους της Τουρκίας. Για να αποτολμήσει η Τουρκία μία τέτοια επιχείρηση:

Είτε θα πρέπει να έχει εξασφαλίσει τη σχεδόν πλήρη αεροναυτική υπεροχή στην περιοχή του νησιού-στόχου.

Εφ’ όσον η αμυνόμενη πλευρά δεν έχει αιφνιδιαστεί και είναι έτοιμη να εφαρμόσει το σχέδιο αμύνης του νησιού, η τουρκική πλευρά θα πρέπει να προβεί σε εντατική, πολυήμερη καταστολή της με σφοδρούς (και ακριβείς) βομβαρδισμούς ώστε αυτή να χάσει πολύ μεγάλο μέρος της μαχητικής της ικανότητας. Καμία αποβατική ενέργεια δεν είναι εφικτή, εφ’ όσον η φρουρά του νησιού βρίσκονται στις προβλεπόμενες θέσεις.

Επιπλέον, εφ’ όσον η ΠΑ είναι σε θέση να αμφισβητεί την τουρκική αεροπορική υπεροχή στην περιοχή του νησιού κατορθώνοντας κάθε τόσο να πλήττει στόχους σε σημεία που είναι εύκολο να εντοπιστούν (όπως η απέναντι μικρασιατική ακτή, η ενδιάμεση θαλάσσια περιοχή και η ακτή του προγεφυρώματος) – ακόμη κι αν δε μπορεί να κυριαρχήσει η ίδια πάνω από το νησί – η όποια απόπειρα απόβασης δε θα μπορέσει να αποκαταστήσει βιώσιμο προγεφύρωμα και θα κινδυνεύει με εξάλειψη από την πρώτη ελληνική αντεπίθεση. Εξ ίσου επισφαλές θα είναι ένα ενδεχόμενο προγεφύρωμα εφ’ όσον το ΠΝ μπορεί να απειλεί την επικοινωνία της Μικρασιατικής ακτής με αυτό, ακόμη κι αν το ΠΝ δε μπορεί να αποκαταστήσει κυριαρχία στην περιοχή γύρω από το νησί.

Είτε θα πρέπει να έχει εξασφαλίσει τον αιφνιδιασμό της φρουράς του νησιού-στόχου.

Αν δεν υπάρξει εντατική προσβολή της φρουράς του νησιού, τότε από τη σκοπιά των τούρκων μια επιχείρηση είναι δυνατή μόνον εφ’ οσον αυτή αιφνιδιαστεί ώστε αυτή να μην προλάβει να λάβει την πολεμική της σύνθεση με την επιστράτευση των εφέδρων, να μην προλάβει να βγει από τα στρατόπεδά της, να καταστραφεί μέσα σε αυτά ή να απαγορευτεί η κίνησή της προς τους προβλεπόμενους χώρους, ενώ οι τούρκοι θα έχουν κατορθώσει να μεταφέρουν άμεσα σημαντικές δυνάμεις στο νησί. Αυτή, όμως, θα ήταν μια εξαιρετικά επικίνδυνη προσέγγιση, γιατί θα ανάγκαζε την τουρκική πλευρά να αφιερώσει ένα δυσανάλογα μεγάλο μέρος της αεροπορικής ισχύος στην άμεση υποστήριξη των χερσαίων επιχειρήσεων (την ώρα που η ΠΑ θα έχει την άνεση να αφιερώσει όλο τη δυναμικό της στην ίδια την THK), κυρίως, όμως, γιατί αν η εναέρια μάχη δεν εξελιχθεί όπως αναμένει η τουρκική πλευρά (και η εξέλιξη μιας ενδεχόμενης αεροπορικής σύγκρουσης είναι ο πλέον αστάθμητος παράγοντας στην ελληνοτουρκική αντιπαράθεση), τότε οι όποιες δυνάμεις έχουν κατορθώσει να πατήσουν στο νησί, θα παραμείνουν εκεί αποκομμένες, αποκλεισμένες, χωρίς δυνατότητα συνέχισης του αγώνα παρά για ελάχιστο χρόνο. Το ίδιο ισχύει και για τη ναυτική μάχη.

Κανένα ενδιάμεσο σενάριο δεν είναι ρεαλιστικό, και οι Τούρκοι το γνωρίζουν. Με το πέρασμα των δεκαετιών, οι φρουρές των νησιών έχουν καταστεί πιο ισχυροί σχηματισμοί σε σχέση με την κατάστασή τους κατά τη δεκαετία του ’80 και των αρχών του ’90. Και η εξέλιξη αυτή είναι πολύ πιο σημαντική από την βελτίωση των τουρκικών δυνάμεων εισβολής. Εαν τα τάγματα που πρέπει να καλύψουν τις ακτές αποβάσεως είναι ταγμένα στις θέσεις του, το πυροβολικό έχει λάβει τις θέσεις βολής και οι μηχανοκίνητες εφεδρείες του νησιού είναι στους χώρους συγκεντρώσεώς τους, οποιαδήποτε απόπειρα αποβάσεως είναι καταδικασμένη. Μάλιστα, όσο ισχυρότερες είναι οι μηχανοκίνητες εφεδρείες της φρουράς, τόσο μεγαλύτερη είναι η δυνατότητα της να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά μια εχθρική ενέργεια, ακόμη κι αν παρ’ ελπίδαν αυτή σημειώσει μια αρχική επιτυχία.

Ανακατάληψη μείζονος νησιού;…

Παρ’ όλη την ισχυρή θέση των αμυνομένων φρουρών, σε περίπτωση, όμως, που μια επιχείρηση εισβολής επιτύχει, η ανακατάληψη του νησιού είναι, ρεαλιστικά, εξαιρετικά δύσκολη. Εάν έχει, ήδη, επιτευχθεί η κατάληψη ενός μεγάλου ελληνικού νησιού, αυτό σημαίνει ότι έχουν προηγηθεί επιχειρησιακά αποτελέσματα που καθιστούν την προσπάθεια απαγορευτική. Γιατί αυτό θα σημαίνει ότι η THK και το TDK έχουν επιτύχει στην προσπάθεια αεροναυτικής υπεροχής στην περιοχή του νησιού (τουλάχιστον), και μάλιστα, λόγω της εντάσεως των επιχειρήσεων έχουν και οι δύο πλευρές υποστεί μεγάλη φθορά αεροπορικών και ναυτικών δυνάμεων. Επιπλέον, αν η Τουρκία έχει πιέσει τόσο πολύ τη φρουρά του νησιού (αν δεν την έχει ήδη καταβάλει), έχει επίσης την ευχέρεια να μεταφέρει συνεχώς βαριές δυνάμεις (μηχανοκίνητες ταξιαρχίες) στο νησί Αυτό σημαίει ότι η τουρκική πλευρά θα έχει επάνω στο νησί ισχυρές μηχανοκίνητες δυνάμεις, με απόλυτη άνεση να τις ενισχύει και να τις ανεφοδιάζει.. Η δυνατότητα οποιοδήποτε αμφίβιου σχηματισμού να επιτύχει βίαια απόβαση έχουμε, ήδη, πει ότι είναι πολύ περιορισμένη, και απαιτεί εξαιρετικά μεγάλη υποστήριξη πυρός, τόσο για την καταστολή της άμυνας επί της ακτής, την καταστολή του εχθρικού πυροβολικού και την απαγόρευση της κίνησης των αντιπάλων δυνάμεων. Επιπλέον, απαιτεί την αεροναυτική κυριαρχία στην περιοχή το νησιού, η οποία αν ήταν δυνατή θα είχε αποτρέψει, ήδη σε προηγούμενη φάση, τέτοια εξέλιξη. Συνεπώς, ασχέτως των δυνατοτήτων της ίδιας της ταξιαρχίας πεζοναυτών, το σενάριο αυτό εμπλοκής της είναι εξαιρετικά απίθανο για ευρύτερους επιχειρησιακούς λόγους.

Η υπεράσπιση των νησιών αυτών επιτυγχάνεται με την δυνατότητα αεροναυτικής υπεροχής στην ευρύτερη περιοχή του Ανατολικού Αιγαίου, και με την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ισχύ των οργανικών τους φρουρών. Ήδη, η ενίσχυση της ισχύος των φρουρών κατά τα δεκαπέντε τελευταία έτη, κι ακόμη περισσότερο η πρόσφατη ενίσχυση του πυροβολικού των νησιών με τα ΑΚ Μ-109, καθώς και η διαφαινόμενη ενίσχυση των φρουρών με άρματα M-60 είναι αποφασιστικά βήματα στην κατεύθυνση αυτή. Οι φρουρές οφείλουν να έχουν και ισχυρό πυροβολικό, καθώς και ισχυρά ΜΚ συγκροτήματα, ικανά να επιτεθούν αποφασιστικά ακόμη και σε ένα αρχικό προγεφύρωμα που ενδεχομένως κατορθώσει να δημιουργηθεί αιφνιδιαστικά.

Η απειλή κατάληψης μικρών ακατοίκητων νησίδων ή βραχονησίδων

Ένα σενάριο τύπου Ιμίων δεν έχει πάψει να είναι πιθανόν, κυρίως γιατί δεν έχει πάψει να έχει πολιτική σημασία.

Υπάρχει ένα όριο μέχρι του οποίου οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις μπορούν να αποτρέψουν με επιχειρησιακά μέσα το ενδεχόμενο κατάληψης ενός τέτοιου διασπασμένου και διάσπαρτου χώρου. Η ενδελεχής επιτήρηση και η αυστηρή φύλαξη όλου του πλέγματος των νησίδων δεν είναι μόνον αδύνατη, αλλά θα ήταν και στρατηγικά λανθασμένη. Κάτι τέτοιο θα υπερέκτεινε τις δυνάμεις της ΑΣΔΕΝ, θα τους επέβαλε μεγάλη κόπωση, υπερβολική διάσπαση, και, τελικά, αδυναμία να επιτύχουν την αποστολή τους.


Ίμια

Η αποτελεσματική αντιμετώπιση μιας τέτοιας απειλής οφείλει να βασίζεται αφ’ ενός στην πολιτική βούληση για δυναμική αντίδραση σε περίπτωση παραβίασης της ελληνικής κυριαρχίας και την δυνατότητα επιχειρησιακής υπεροχής στο ιδιαίτερο αυτό περιβάλλον. Η ελληνική πλευρά έχει προσανατολίσει την 13η ΔΕΕ στο ρόλο αυτό, αλλά αυτή απέχει πολύ από το να έχει τις επιχειρησιακές δυνατότητες ή το δόγμα που έχουν αντίστοιχες δυνάμεις αμφιβίων καταδρομέων των σκανδιναβικών χωρών που διαθέτουν παρεμφερές επιχειρησιακό περιβάλλον και τους αρχετυπικούς αμφιβίους καταδρομείς. Σε κάθε περίπτωση, είναι προφανές ότι αυτό δεν αποτελεί το επιχειρησιακό αντικείμενο των δυνάμεων πεζοναυτών.

Αυτό αφήνει σαν επιχειρησιακό αντικείμενο των πεζοναυτών το δεύτερο από τα προαναφερθέντα ενδεχόμενα:

Η απειλή κατάληψης ενός μικρού κατοικημένου νησιού

Υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός μικρών κατοικημένων ελληνικών νησιών με σχετικά ασθενείς στρατιωτικές φρουρές. Ένα τέτοιο νησί είναι δυνατόν να καταληφθεί αιφνιδιαστικά από ένα συνδυασμό αερομεταφερόμενων και ελαφρών αμφίβιων δυνάμεων, χωρίς προηγούμενη έντονη προπαρασκευή, και χωρίς προηγούμενη μείζονα κινητοποίηση του τουρκικού στόλου ή της τουρκικής αεροπορίας. Στην παρούσα φάση, είναι κατ’ εξοχήν το επιχειρησιακό πρόβλημα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι έλληνες πεζοναύτες.

Ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά του προβλήματος αυτού που έχουν σημασία είναι τα εξής:

■ για πολιτικούς λόγους, μια ελληνική αντίδραση θα πρέπει να εκδηλωθεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα (αλλά όχι γρηγορότερα απ’ όσο επιτρέπουν οι επιχειρησιακές συνθήκες)
■ δεν υπάρχει μεγάλο περιθώριο αιφνιδιασμού του αντιπάλου, ούτε ως προς το χρόνο ούτε ως προς τον τόπο. Η οποιαδήποτε ελληνική ενέργεια θα είναι αναμενόμενη από δυνάμεις που θα επαγρυπνούν, και που να αναμένουν ενέργεια στον περιορισμένο χώρο ενός μικρού νησιού
■ η οποιαδήποτε επιχείρηση θα διεξαχθεί κάτω από συνθήκες αβέβαιης αεροναυτικής κατάστασης στην ευρύτερη περιοχή, και θα είναι σχετικώς απίθανο κάποια πλευρά να έχει αποκαταστήσει αεροναυτική κυριαρχία εκεί.

Με αυτά σαν δεδομένα, τίθεται το ερώτημα του ενδεχόμενου ρόλου του AAV-7 σε μια επιχείρηση των ελλήνων πεζοναυτών, στο επιχειρησιακό πλαίσιο που αναφέρθηκε. Η επίδραση αυτή μπορεί να διαχωριστεί, με τη σειρά της σε δύο σκέλη: το αεροναυτικό σκέλος, καθώς και το σκέλος της εφόδου στο νησί.

Σε ότι αφορά την επίδραση του AAV-7 στο αεροναυτικό σκέλος:

Εάν το AAV-7 χρησιμοποιηθεί από τους πεζοναύτες ως μέσο για τη μεταφορά των λόχων κρούσεως και βαρέων όπλων από τα αρματαγωγά στην ακτή αντί για τα LCPV-7, αυτό θα σημαίνει ότι, λόγω των περιορισμών ταχύτητας και χρόνου που αναφέρθηκαν στο 1ο μέρος, ένα (τουλάχιστον) αρματαγωγό, και πιθανόν περισσότερα, καθώς και τα σκάφη που τα προστατεύουν θα πρέπει να προσεγγίσουν το νησί σε απόσταση τουλάχιστον 5 ναυτικών μιλίων.


ΠΝ Χίος L-173, Κλάση Ιάσων

Με αυτή την παράμετρο δεδομένη, πόσο ρεαλιστικός είναι ο ασφαλής είναι η προσέγγιση αυτή, όταν θα κινδυνεύουν από μία συντονισμένη επίθεση εχθρικών αγκιστρωμένων πυραυλακάτων και εχθρικών α/φων με πυραύλους αέρος-επιφανείας μεγάλου βεληνεκούς, τα οποία θα έχουν στο σύνολό τους την παρουσία τους στραμμένη στην περιοχή του νησιού στόχου; Κι επιπλέον: πόσο ρεαλιστική είναι η προστασία της νηοπομπής αυτής από την ισχυρή εχθρική υποβρυχιακή παρουσία, η οποία θα είναι όλη συγκεντρωμένη κατά μήκος της πορείας του στόλου προς το νησί-στόχο, και ιδίως γύρω από αυτόν; Γιατί, ακόμη κι αν οι “επιθετικές” ελληνικές δυνάμεις επιφανείας (δηλαδή τα ταχέα σκάφη) επικρατήσουν έναντι των τουρκικών κυρίων μονάδων επιφανείας στην πρώτη φάση των επιχειρήσεων, ο εχθρός μπορεί να επιβάλει αξιόπιστη απειλή ναυτικής απαγόρευσης στο Αιγαίο κυρίως με την ισχυρή του υποβρυχιακή παρουσία, αλλά και με την αεροπορική του παρουσία και τις πυραυλακάτους του.

Σε αντίθεση με την επιλογή αυτή, τα θεωρούμενα “ξεπερασμένα ΑΒΑΚ”, τα LCPV-7F, με ταχύτητα 20 κόμβων στην ίδια κατάσταση θάλασσας, και με μικρότερους περιορισμούς χρόνου πλεύσης, μπορούν, ρεαλιστικά, να καλύψουν στον ίδιο χρόνο σχεδόν τετραπλάσια απόσταση, και σε διπλάσιο χρόνο (δύο ώρες) σχεδόν οκταπλάσια. Η απόσταση από την ακτή που αυτό εξασφαλίζει στο στόλο είναι μια κρίσιμη παράμετρος. Η απόσταση αυτή προστατεύει το στόλο από ενδεχόμενα πυρά, μεγαλώνει την επιφάνεια που πρέπει να επιτηρεί ο αντίπαλος για να επιτεθεί – και μάλιστα δυσανάλογα, διότι πρόκειται για επιφάνεια έναντι απόστασης – ενώ επιτρέπει και την χρήση της γεωγραφικής διαμόρφωσης του χώρου και των άλλων νησιών της περιοχής για την εξασφάλιση κάποιας κάλυψης. Πράγματι, με το περιθώριο ακτίνας δράσης που δίνουν τα ΑΒΑΚ στον ελληνικό νησιωτικό χώρο, είναι δυνατή η προσέγγιση του ελληνικού αποβατικού στόλου και η εξαπόλυση των αποβατικών με την κάλυψη χερσαίων όγκων γειτονικών νησιών, γεγονός που η απόσταση των 5 ν.μ. στο Αιγαίο δεν επιτρέπει.

Τα ΑΒΑΚ δίνουν, ασφαλώς, μεγαλύτερο όγκο απ’ ότι τα AAV μέσα στο νερό, αλλά σε κάθε περίπτωση τα ΑΒΑΚ είναι κατά πολύ ταχύτερα – άρα παραμένουν εκτεθειμένα σε πυρά για πολύ λιγότερο – και δύσκολα υπάρχει κάποιο μέσο ή μέθοδος εντοπισμού από το οποίο θα διέφευγε το ένα μέσον ενώ δε θα τα κατάφερνε το άλλο.

Επιπλέον, οι επιδόσεις των LCPV-7F αφορούν μία σχεδίαση του τέλους της δεκαετίας του ’80. Και πάλι ενδεικτικά, οι Βρετανοί Πεζοναύτες (και το Βρετανικό Ναυτικό) χρησιμοποιούν στο ρόλο αυτόν τη δική τους έκδοση του LCPV, την LCPV Mk5. Η έκδοση αυτή επιτυγχάνει ταχύτητα 25 κόμβων με πλήρη φόρτο, ακτίνα 210 ν.μ., ενώ το μεταφερόμενο τμήμα (έως και 35 πεζοί) προστατεύεται από τα στοιχεία της φύσης όσο και – σε κάποιο βαθμό – από εχθρικά πυρά από μία κλειστή κι ελαφρώς θωρακισμένη υπερκατασκευή. Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς πως μία φτηνή και απλή ναυτική κατασκευή που είναι σαφώς εντός των υφισταμένων τεχνολογικών και κατασκευαστικών δυνατοτήτων της χώρας αυξάνει ακόμη περισσότερο τις επιχειρησιακές μας δυνατότητες στο κρίσιμο αυτό σημείο.


Το βρετανικό ΑΒΑΚ: LCVP Mk5

Σε ότι αφορά την επίδραση του AAV-7 στο σκέλος της χερσαίας εφόδου:

Το AAV-7, προφανώς έχει το πλεονέκτημα ότι βγαίνοντας στη στεριά παραμένει ένα τεθωρακισμένο όχημα, με το πλεονέκτημα ευκινησίας-προστασίας που αυτό παρέχει στο απλό πεζικό. Το πλεονέκτημα αυτό δεν είναι σε καμία περίπτωση αμελητέο, αλλά αμβλύνεται σημαντικά αν ληφθούν υπ’ όψιν ότι:

1.για τα περισσότερα νησιά της κατηγορίας αυτής, οι ακτές αποβάσεως που μπορούν να δεχτούν τα AAV είναι πολύ λίγες, πολύ μικρής εκτάσεως, και μόνον ελάχιστα και περίκλειστα δρομολόγια οδηγούν εκτός αυτών. Το στοιχείο αυτό σημαίνει ότι τα σημεία στα οποία θα μπορούν να αποβιβαστούν τα AAV είναι εύκολο να επισημανθούν έγκαιρα από τον αντίπαλο ο οποίος θα μπορεί σχετικά εύκολα να απομονώσει τις ακτές αυτές, και να εξουδετερώσει μια απόπειρα απόβασης, ακόμη και με μέτριας ισχύος ΑΤ όπλα που θα έχουν μαζί τους οι ελαφρές δυνάμεις που θα έχουν καταλάβει το νησί.
2.το έδαφος των νησιών είναι τέτοιο που γενικώς δεν επιτρέπει σημαντικά περιθώρια για τη δράση ΤΘ οχημάτων. Το έδαφος επιτρέπει κατά βάσιν τη δράση πεζικού – μη εποχούμενου.
3.Η ενίσχυση των τμημάτων που θα έχουν αποβιβαστεί με βαρέα όπλα και με τεθωρακισμένα οχήματα αφ’ ης στιγμής εξασφαλιστεί η δυνατότητα για τη δράση τους, είναι πολύ πιο εύκολο και τακτικά σκόπιμο να γίνει με τα ΠΤΜ Zubr, και μάλιστα όχι μόνον σε ότι αφορά το σκέλος της εφόδου, αλλά και το αεροναυτικό σκέλος.


Απόβαση AAV-7...

Σε ότι αφορά το σκέλος της εφόδου, εάν και όταν χρειαστούν ΤΘ οχήματα, είναι προτιμότερο αυτά να είναι κλασικά, βαριά ΤΟΜΑ που ενδεχομένως αποκτήσει ο ΕΣ, παρά τα πολύ ογκωδέστερα και λιγότερο προστατευμένα AAV, και φυσικά, όχι μόνον αυτά, αλλά και μικρός αριθμός αρμάτων, και κυρίως, όλμοι των 120 και/ή πυροβόλα Μ-56.

Σε ότι αφορά το αεροναυτικό σκέλος, και πάλι σε μια ρευστή αεροναυτική κατάσταση, αν είναι δυνατόν να διεισδύσει με σοβαρές ελπίδες επιβίωσης ένα σκάφος που να φέρει βαρύτερες δυνάμεις, αυτό μπορεί να είναι μόνον Zubr. Η μεγάλη του ταχύτητα, το γεγονός ότι είναι πολύ δύσκολα τρωτό από υποβρύχια καθώς και από κατευθυνόμενα όπλα υπέρυθρης καθοδήγησης του προσδίδουν μοναδικό πλεονέκτημα επιβιωσιμότητας.

Τα παραπάνω σε καμία περίπτωση δεν εξαντλούν το επιχειρησιακό θέμα της δυνατότητας ανακατάληψης ενός μικρού νησιού του Αιγαίου από τις ΕΔ. Εξετάζουν το ζήτημα αυτό από το ειδικό πρίσμα της χρησιμότητας του AAV έναντι άλλων εναλλακτικών επιλογών, κι εκφράζουν επιφυλάξεις σχετικά με τη σκοπιμότητα απόκτησής του.

Όμως, υπάρχει κι μία πολύ γενικότερη ένσταση σε ότι αφορά τη σκοπιμότητα της συγκεκριμένης επιλογής.

Είναι προφανές ότι οι δυνατότητες επιχειρησιακής επιτυχίας οποιασδήποτε τουρκικής ενέργειας στο Αιγαίο, και συνεπώς και η προθυμία της Άγκυρας να αποτολμήσει κάτι τέτοιο, εξαρτάται κατ’ αρχήν από την δυνατότητα (ή από την εντύπωσή της για τη δυνατότητα) αεροναυτικής υπεροχής στο χώρο αυτό. Η αεροναυτική ισορροπία, και μάλιστα η αεροπορική ισορροπία είναι απείρως σημαντικότερη από ειδικότερες επιλογές των χερσαίων δυνάμεων σε αυτό το θέατρο επιχειρήσεων, σε αντίθεση, πχ με το θέατρο επιχειρήσεων της Θράκης.

Επιπλέον, είναι προφανές ότι στο προβλεπτό μέλλον, οι οικονομικές δυνατότητες της χώρας να προβεί σε απόκτηση και αξιοποίηση νέου υλικού θα είναι πολύ περιορισμένες, παρά την θέλησή μας. Για το λόγο αυτό, οι ΕΔ θα πρέπει να κάνουν κρίσιμες στρατηγικές επιλογές. Η αντίληψη περί “ισορροπίας” των προϋπολογισμών των τριών όπλων θα πρέπει συνειδητά να εγκαταλειφθεί, ειδικά για ένα θέατρο επιχειρήσεων που είναι κατ’ εξοχήν διακλαδικό με την έννοια που αναφέρθηκε στην αρχή: αυτή της συνέργειας των επιχειρησιακών επιδιώξεων.

Στο Αιγαίο Πέλαγος, ο κρισιμότερος από κάθε άλλον παράγοντα είναι η αεροπορική υπεροχή.

belisarius21.wordpress.com

3 σχόλια:

ΑΧΕΡΩΝ 2 Νοεμβρίου 2011 στις 8:58:00 μ.μ. EET  

Στο Αιγαὶο,ὸντως,η αεροπορικὴ υπεροχὴ εὶναι εὶναι το πρωταρχικὸ ζητοὺμενο,αλλὰ θα προσθὲσω ὸτι η αμὲσως επὸμενη προτεραιὸτητα εὶναι η ανθυποβρυχιακὴ ικανὸτητα του ΠΝ,επειδὴ τα εχθρικὰ υποβρὺχια θα προσπαθὴσουν να απομονὼσουν τα νησια(θαλὰσσια ὰρνηση).
Το ὸτι οι Βρεταννοι Πεζοναὺτες(Royal Marines)αγνοοὺν το AAV-7 και αντ´αυτοὺ αρκοὺνται στα LCVP Mk-5,εὶναι κατὰ την γνὼμη μου πὰρα πολὺ σημαντικὸ.Ὰλλωστε,ανακατὲλαβαν τα Φὼκλαντς χωρὶς AAV-7.
Μιλὼντας για ΑΒΑΚ,θυμὰμαι ὸτι πριν κὰποια χρὸνια,στα πλαὶσια μὰλιστα κὰποιου προγρὰμματος αντισταθμιστικὼν,ναυπηγὴθηκαν στην Ελλὰδα 6(ὲξη)ΑΒΑΚ βελτιωμὲνου τὺπου,με προβλεπὸμενη ταχὺτητα 20 κὸμβων,που ὸμως στις δοκιμὲς ὲφτασαν τους 32.Το κὸστος 20 ἢ και περισσὸτερων τὲτοιων ακὰτων δεν εὶναι υψηλὸ,ακὸμη και υπο την παροὺσα κρὶση,ακὸμη και ἂν ενσωματωθεὶ κὰποια προστασὶα οροφὴς.Ὸσο για την χρηματοδὸτηση,σκὲφτηκα το εξὴς απλὸ:να πωληθεὶ το οικὸπεδο του Βοτανικοὺ,και με το ὲσοδο,να αγορασθοὺν οι νὲες ΑΒΑΚ.
Πως το βλὲπετε;

Ανώνυμος 4 Νοεμβρίου 2011 στις 7:06:00 μ.μ. EET  

Μόνο που εμείς δεν θα κάνουμε επιθετικές επιχειρήσεις στα Φώκλαντ τα οποία οι αργεντινοί κατέλαβαν με τα AAV-7. Θα κάνουμε σε ελληνικά νησιά και θα προσπαθήσουμε να τοποθετήσουμε τα πλοία μας εκτός βεληνεκούς του τούρκικου πυροβολικού που θα υπάρχει στο νησί. Οι Τούρκοι έχουν μελετήσει τα Φώκλαντ και ξέρουν. Εξ άλλου η τεχνολογία που διαθέτουν, τους δίνει την δυνατότητα να εντοπίζουν πλοία που θα κινηθούν σε φαινομενικά αφύλακτες ακτές. Η τουρκική ΠΑ και το ΠΝ θα αντιμετωπιστούν από την ΠΑ και το ΠΝ μας. Με ΑΒΑΚ θα πας γρήγορα στο νησί από το LST αλλά μετά τι; πολυβόλα και όλμοι και τέλος. Αν στείλεις ΠΤΜ, ελπίζοντας ότι με την ταχύτητα σου θα επιβιώσεις, πλανάσαι. Ένας τεράστιος όγκος όπως αυτός που προβάλουν τα ΠΤΜ του ΠΝ είναι εύκολος στόχος για τους όλμους του ΤΣ. Ειδικά των 120mm.

Mithridates 13 Νοεμβρίου 2011 στις 2:30:00 π.μ. EET  

Για τους φίλους και τις φίλες που ήρθαν πρόσφατα στο παρών ιστολόγιο, υπάρχουν δυο παλαιότερα άρθρα του Βελισάριου που αναφέρονται στην Άμυνα του Αρχιπελάγους και που νομίζω ότι θα τα βρουν ενδιαφέροντα:

http://www.enkripto.com/2009/06/blog-post_23.html

http://enkripto.blogspot.com/2009/05/blog-post_25.html

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
“Κι αν είναι κ’ έρθουνε χρόνια δίσεχτα, πέσουν καιροί οργισμένοι, κι όσα πουλιά μισέψουνε σκιασμένα, κι όσα δέντρα, για τίποτ’ άλλο δε φελάν παρά για μετερίζια, μη φοβηθείς το χαλασμό.

Φωτιά! Τσεκούρι! Τράβα!, ξεσπέρμεψέ το, χέρσωσε το περιβόλι, κόφτο, και χτίσε κάστρο απάνω του και ταμπουρώσου μέσα, για πάλεμα, για μάτωμα, για την καινούργια γέννα, π’ όλο την περιμένουμε κι όλο κινάει για νάρθει, κι’ όλο συντρίμμι χάνεται στο γύρισμα των κύκλων!..

Φτάνει μια ιδέα να στο πει, μια ιδέα να στο προστάξει,κορώνα ιδέα , ιδέα σπαθί, που θα είναι απάνου απ’ όλα!"

Κωστής Παλαμάς
«Όσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται,ζυγόν δουλείας ας έχωσι·

θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία»


Α.Κάλβος
«Τι θα πει ραγιάς; Ραγιάς είναι εκείνος που τρέμει από τον φόβο τον Τούρκο, που είναι σκλάβος του φόβου του, που θέλει να ζήσει όπως και να είναι. Που κάνει τον ψόφιο κοριό για να μην τον πατήσει κάποιος. Την ραγιαδοσύνη του την ονομάζει αναγκαία φρονιμάδα».

Ίωνας Δραγούμης

  © Free Blogger Templates Columnus by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP