Η Άμυνα του Αρχιπελάγους : ένα σύνθετο πολιτικοστρατιωτικό πρόβλημα
Δευτέρα 25 Μαΐου 2009
Με αφορμή τόσο το άρθρο του Σάββα Βλάσση, όσο και το άρθρο του κ. Καντερέ που αναδημοσιεύτηκε εδώ, και με τον τόνο και το πνεύμα του οποίου διαφωνούμε κατηγορηματικά, παραθέτουμε τις δικές μας σκέψεις για το θέμα της άμυνας του Αιγαίου.
Ξεκινάμε, δίνοντας εδώ, προκαταρκτικά, δύο βασικές παραμέτρους του προβλήματος:
Είναι κρίσιμο να γίνει κατανοητό ότι το τρέχον πρόβλημα ασφαλείας στο Αιγαίο είναι σύνθετο πολιτικοστρατιωτικό πρόβλημα. Σε αντίθεση, πχ, με τη Θράκη, δεν αφορά την απλώς μία τυπική αποστολή επιτυχούς άμυνας του αρχιπελάγους από μία οριοθετημένη εχθρική επίθεση - έστω κι αιφνιδιαστική. Για λόγους που έχουν σχέση με το συνολικό πολιτικό και γεωστρατηγικό περιβάλλον της περιοχής και τους σχετικούς περιορισμούς, η Τουρκία δεν σχεδιάζει και δεν υλοποιεί την επεκτατική της πρόθεση ως μία ευθεία απειλή εισβολής και καταλήψεως αλλά ένα σύνθετο παίγνιο πολιτικοστρατιωτικών κινήσεων.
Στο σχέδιο αυτό είναι σαφής η γενική πρόθεση - αυτή της αλλαγής του καθεστώτος του Αιγαίου - αλλά κατά διαστήματα η συγκεκριμένη στόχευση και οι ακολουθούμενες τακτικές μεταβάλλονται. Σαν χαρακτηριστικό παράδειγμα θα μπορούσε κανείς να αναφέρει την μετατόπιση του ενδιοαφέροντος της Άγκυρας από το Βόρειο Αιγαίο και τη Λήμνο, κατά τη δεκαετία του 80, προς το Νοτιανατολικό Αιγαίο κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του '90 και μέχρι σήμερα.
Ο παραπάνω σύνθετος χαρακτήρας του προβλήματος ασφαλείας στο Αιγαίο θέτει εξ αρχής κάποιες κρίσιμες παραμέτρους.
Η παραπάνω αναφορά ενδεχομένως να φαίνεται κοινότυπη ή και αυτονόητη, αλλά δεν είναι. Για να αναφέρουμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ιστορικό (και χωρίς καμία πρόθεση, σε αυτό το σημείο, για απόδοση ευθυνών και εκφορά κρίσεων): Κατά την κορύφωση της κρίσεως των Ιμίων, ο τότε πρωθυπουργός ζητούσε από τον αρμόδιο στρατιωτικό (τον Α/ΓΕΕΘΑ) να επιλύσει αυτοτελώς το στρατιωτικό πρόβλημα (την φύλαξη των νησίδων), αρνούμενος να εμπλακεί στο πρόβλημα, κι επιφυλλάσοντας για τον εαυτό του αμιγώς πολιτικό ρόλο και ενέργειες, απολύτως ανεξάρτητα από στρατιωτικό θέμα. Σε αντίθεση, οι τούρκοι για να βγουν από τη δύσκολη θέση στην οποία είχαν περιέλθει χρησιμοποίησαν μία στρατιωτική ενέργεια (στερούμενη στρατιωτικού νοήματος καθ' εαυτή) για να επιδιώξουν ένα πολιτικό αποτέλεσμα.
Η δεύτερη κρίσιμη παράμετρος του προβλήματος ασφαλείας στο Αιγαίο είναι ότι το συνολικό πλαίσιο, ή, ακριβέστερα, το απώτατο όριο των τακτικών χειρισμών της κάθε πλευράς το θέτει η τελική αίσθηση της κάθε πλευράς για την έκβαση μίας σύγκρουσης πλήρους κλίμακας. Με πιο απλά λόγια: όταν ο ένας από τους δύο φοβάται ότι αν η σύγκρουση κλιμακωθεί τότε αυτός θα ηττηθεί, είναι αναπόφευκτο ότι θα χάνει και σε κινήσεις τακτικής. Γιατί όσο ευφυείς κινήσεις και να κάνει, και όσο πλεονεκτική θέση και να αποκτήσει, ο αντίπαλός του θα έχει πάντα την ευχέρεια να κλιμακώνει μέχρι να τον αναγκάσει να υποχωρήσει.
Εδώ βρίσκεται μία δεύτερη, κρίσιμη αδυναμία της ελληνικής πλευράς. Για λόγους που δεν έχουν σχέση με αντικειμενικά δεδομένα, η ελληνική πολιτική ηγεσία (με την ευρύτερη δυνατή έννοια του όρου) έχει καταστήσει σαφές στην πράξη, αλλά ακόμη και ρητώς, ότι φοβάται το αποτέλεσμα μίας τέτοιας συγκρούσεως και είναι αποφασισμένη να την αποφύγει - ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ. Το δεδομένο αυτό παρέχει απόλυτη ελευθερία κινήσεων στην Άγκυρα γιατί γνωρίζει ότι σε όσο δύσκολη κατάσταση και να περιέλθει, μπορεί πάντα να βγει από τη δύσκολη θέση κλιμακώνοντας. Και αυτό, όχι εξ αιτίας αντικειμενικών δεδομένων αλλά του ψυχολογικού φόβου της ελληνικής πλευράς.
Ταυτόχρονα, η δεύτερη αυτή παράμετρος θέτει κι ένα επιπλέον, κρίσιμο θέμα. Έχει ουσιώδη σημασία η συνολική ισορροπία του ελληνοτουρκικού ισοζυγίου στρατιωτικής ισχύος. Το λεπτό σημείο, εν προκειμένω, είναι ότι η ρεαλιστική αποτίμηση της στρατιωτικής ισορροπίας είναι και εξαιρετικά δύσκολη και εξαιρετικά επισφαλής λόγω των μυριάδων παραγόντων που υπεισέρχονται, πολλοί εκ των οποίων είναι ποιοτικοί. Αυτό σημαίνει ότι στο απλό (και πολιτικά εύλογο) ερώτημα: ποιός θα νικήσει σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου υπάρχει ένα μεγάλο εύρος συσχετισμών στα οποία η (σοβαρή, επαγγελματική) απάντηση είναι "δεν ξέρει ΚΑΝΕΙΣ μέχρι να γίνει ένας τέτοιος πόλεμος". ΚΑΝΕΙΣ, των τούρκων συμπεριλαμβανομένων, οι οποίοι φοβούνται το ενδεχόμενο στρατιωτικής αποτυχίας εξ ίσου ή περισσότερο από εμάς.
Συμπερασματικά: Επειδή στο πρόβλημα ασφαλείας του Αιγαίου, όσο κι αν είναι σύνθετο και πολτικοστρατιωτικό, υπάρχει ΠΑΝΤΑ ο φόβος κλιμάκωσης, έχει ΠΑΝΤΑ σημασία η συνολική ισορροπία στρατιωτικής ισχύος. Εκεί, πολιτικά, δεν έχει σημασία να έχουμε την απόλυτη βεβαιότητα επικράτησης, αλλά να είμαστε στην - ευρεία εκείνη - περιοχή όπου το αποτέλεσμα είναι άδηλο και αμφίρροπο. Ο έλληνας πρωθυπουργός, όταν σε περίοδο κρίσεως ρωτάει τον Α/ΓΕΕΘΑ "ποιός θα κερδίσει σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου;", ώστε να διαπιστώσει τα περιθώρια κινήσεών του, δε θα πρέπει να αναμένει την κατηγορηματική απάντηση "ΕΜΕΙΣ" για να αισθανθεί ασφάλεια, αλλά την ρεαλιστική απάντηση "ΑΔΗΛΟΝ" ενθυμούμενος ότι εξ ίσου "ΑΔΗΛΟΝ" είναι για τους Τούρκους.
1 σχόλια:
Εαν οι πολιτικοι φωβουνται αs αλλαξουν επαγγελμα ! Δεν εχουν εκλεγεί για να πουλανε την Ελλαδα ! Τι θα κανουν εαν ο τουρκοs ερθει να πιει το καφεδακι του στην Αθηνα χωριs να πολεμησει ? Ο πολεμοs και η ασφαλεια κερδιζετε με @@ κυριοι, οχι με παραχωρησειs !
Δημοσίευση σχολίου