Αιέν Υψικρατείν: Δύο παρατηρήσεις
Τετάρτη 24 Ιουνίου 2009
Στην προηγούμενη ανάρτηση για τη σημασία της αεροπορικής υπεροχής στο Αιγαίο σημειώθηκαν αρκετές (για τα σταθμά του blog) παρατηρήσεις.
Οι αντιρρήσεις εστιάστηκαν, γενικά, σε δύο κεντρικά σημεία:
1. Ότι είναι λανθασμένη η προετοιμασία για θερμό επεισόδιο.
2. Ότι είναι λανθασμένη η προτεραιότητα στο πρωτείο της ΠΑ
Νομίζω ότι οφείλω μερικές διευκρινίσεις.
Κατ΄αρχάς, σε ότι αφορά το θέμα του θερμού επεισοδίου:
Είχε προηγηθεί η ανάρτηση για τον σύνθετο πολιτικοστρατιωτικό χαρακτήρα του θεάτρου επιχειρήσεων του Αιγαίου, σε αντιδιαστολή, πχ, με τη φύση του θεάτρου επιχειρήσεων στη Θράκη. Η ανάρτηση εκείνη αποτελεί οργανική ενότητα με την επόμενη που αφορά την αεροπορία (σημ: Μπορείτε να τις βρείτε στην κατηγορία Επιλεγμένα Άρθρα στα δεξία της κύριας σελίδας) Εκεί εξηγήσαμε ότι στο Αιγαίο η πολιτική της Άγκυρας είναι σύνθετη και βασίζεται στην χρήση στρατιωτικών μέσων και κινήσεων για την προώθηση πολιτικών στόχων, χωρίς να υπάρχει (σε συνεχή βάση) πρόθεση για πόλεμο. Με άλλα λόγια, όταν η Τουρκία στέλνει αεροσκάφη να πετάξουν πάνω από το Φαρμακονήσι δεν είναι προετοιμασμένη για πόλεμο μετά από τρείς ώρες. Παρομοίως, δεν είναι προετοιμασμένη για πόλεμο σε ένα ευρύ φάσμα ενεργειών, όχι μόνον γιατί γνωρίζει ότι η ελληνική πλευρά δε θα αντιδράσει, αλλά γιατί γνωρίζει ότι και να υπάρξει αντίδραση, υπάρχει ένα σημαντικό περιθώριο στο οποίο η αντιπαράθεση (με πολιτική σημασία και στρατιωτικές ενέργειες) εντείνεται και κλιμακώνεται, χωρίς να φτάνει σε επιχειρήσεις πλήρους κλίμακας. Αυτή, άλλωστε, είναι ακριβώς και η πολιτική της στο Αιγαίο.
Αν τα πράγματα ήταν απλά, η Τουρκία θα είχε από χρόνια κάνει μία απλή κίνηση: θα είχε εισβάλει σε ένα νησί για να το καταλάβει και να αλλάξει συνολικά το status quo. Αντί αυτού, η Τουρκία, που φυσικά δεν είναι απλοϊκή χώρα, έχει ακολουθήσει μία σύνθετη πολιτική στρατιωτικής πίεσης, de facto ανατροπής του status quo, ανιχνεύοντας προσεκτικά τα όρια ανοχής της ελληνικής πλευράς και παραβιάζοντάς τα οριακά κάθε φορά, και κατοχυρώνοντάς κάθε νέο κεκτημένο της.
Το πρόβλημα της ελληνικής πλευράς έγκειται ακριβώς στην αδυναμία της να απαντήσει σε μία τέτοια πολιτική, αδυναμία που συνίσταται σε δύο σημεία:
Α) στην φοβία που υπάρχει για τον ενδεχόμενο κλιμακώσεως σε πλήρη πόλεμο (οπότε αφήνεται ελεύθερο πεδίο δράσης, λες και η Τουρκία είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμη για γενικευμένο πόλεμο, και ως εάν να είναι πιθανή η νίκη της Τουρκίας σε τέτοιο ενδεχόμενο). Η φοβία αυτή, είναι πολιτικό φαινόμενο και δεν αντιμετωπίζεται με στρατιωτικά μέσα. (Φυσικά, σε ορισμένες περιπτώσεις εγείρεται το ερώτημα αν είναι απλώς φοβία ή κάτι άλλο, αλλά αυτό δεν είναι της παρούσης…)
Β) την αδυναμία της Ελλάδος να απαντήσει στην τουρκική πολιτική με ένα αντίστοιχο μείγμα πολιτικοστρατιωτικής πολιτικής, ακριβώς λόγω της φοβίας αυτής. Έτσι, η Ελλάδα αυτοεγκλωβίζεται στο αδιέξοδο: αν απαντήσω σε μία τέτοια ενέργεια με κάποια αντίστοιχη, τότε θα έχουμε πόλεμο. Αξίζει να πάω σε πόλεμο για την υπερπτήση του Αγαθονησίου; Όχι. Οπότε, ας μην κάνουμε τίποτα. Αυτή, όμως, είναι πολιτική αυτοκτονίας, γιατί καμία μεμονωμένη ενέργεια της Τουρκίας δεν αποτελεί καθ’ εαυτή ικανή αιτία πολέμου. Αυτό που δε γίνεται κατανοητό είναι ότι ούτε για την Τουρκία αποτελεί οποιαδήποτε μεμονωμένη ενέργειά της στο Αιγαίο ικανή αιτία για πόλεμο για την ίδια. Έτσι, όταν αποφασίζεται η πολιτική υπερπτήσεων του Αγαθονησίου, η τουρκική ηγεσία δεν έχει αποφασίσει ότι αν υπάρξει αντίδραση σε αυτή την κλιμάκωση θα κηρύξει πόλεμο. Αντιθέτως, προχωρεί προσεκτικά σε ανιχνευτικές κινήσεις, ελέγχει την ελληνική αντίδραση, και προχωρά ανάλογα με τα περιθώρια που διαπιστώνει.
Το περιστατικό των Ιμίων, το οποίο αναφέρθηκε, ήταν εξόχως χαρακτηριστική για την ελληνική πλευρά η αδυναμία να εμπλακεί και να παρακολουθήσει τέτοιου είδους καταστάσεις.
1. Σε αντίθεση με την Ελλάδα, η Τουρκία δεν είχε ξεκινήσει πολεμική κινητοποίηση, χαρακτηριστική απόδειξη ότι αντιλαμβάνονταν την κρίση σαν μία ευκαιρία για να προωθήσουν καινούργιες απαιτήσεις έναντι της Ελλάδος, αλλά όχι και λόγο να μπουν σε πόλεμο. Θα κλιμάκωναν μέχρι εκεί που ήταν ασφαλές, κι ό,τι κέρδιζαν.
2. Αν η όλη εξέλιξη ειδωθεί από την τουρκική σκοπιά είναι χαρακτηριστικό ότι οι τούρκοι ποτέ δεν εγκλωβίζονταν στη φοβία ότι η περαιτέρω εκ μέρους τους κλιμάκωση θα σημάνει πόλεμο, πχ ακόμη κι όταν κατέλαβαν ελληνικό έδαφος. Αν αντιμετώπιζαν την κατάσταση με την ελληνική αναλυτική ή ψυχολογική στάση, θα είχαν σταματήσει σε πολύ προγενέστερο στάδιο την κρίση, κι όχι γιατί αισθάνονταν ασφαλέστεροι για το ενδεχόμενο ή την κατάληξη ενός γενικευμένου πολέμου
3. Όταν η Ελλάδα αιφνιδιάστηκε από μία τουρκική αντίδραση, ήταν εμφανές ότι είχε εξαντλήσει το εννοιολογικό πλαίσιο της αντίληψης της καταστάσεως.
• Η πολιτική ηγεσία ζήτησε… αναίμακτη! ανακατάληψη της βραχονησίδας, σκέψη αυτόχρημα γελοία
• Καμία πρόταση δεν έγινε για στρατιωτική ενέργεια η οποία να μην είναι προσβολή του τουρκικού τμήματος στην Ίμια
• Καμία πρόταση δεν έγινε που να αποτελεί πολιτικοστρατιωτικό βήμα σε συνέχιση της κρίσεως. Δεν ήταν (μόνον) θέμα έλλειψης ευφυΐας, αλλά και κλειστού και δεδομένου τρόπου αντίληψης του προβλήματος.
• Η μοναδική πρόταση που έγινε για προσβολή απαιτούσε την κλιμάκωση εκεί ακριβώς που θα υπαγόρευαν οι Τούρκοι : προσβολή του τμήματος που είχε αποβιβαστεί στην Ίμια.
• Μπροστά στο ενδεχόμενο προσβολής εχθρικού στόχου η πολιτική ηγεσία παρέλυσε. Όχι μόνο το απέρριψε πανικόβλητη, αλλά δεν ετέθη προς στιγμήν ούτε καν θέμα διαχειρίσεως της απειλής χρήσης βίας (ρητή έκφραση της απειλή, οριοθέτησή της, εναλλακτική επιλογή στόχου κλπ).
•Το συμπέρασμα που βγήκε από την ανάλυση της κρίσεως ήταν απογοητευτικό: συγκρότηση νέας, επίλεκτης μονάδας ειδικών δυνάμεων, με αποστολή… την (αναίμακτη;) ανακατάληψη βραχονησίδων….
Φυσικά, όταν κανείς εμπλέκεται σε ένα τέτοιο παίγνιο εντάσεων (στην Ελλάδα υιοθετήθηκε κάποια στιγμή ο όρος «πόλεμος χαμηλής εντάσεως», ο οποίος είναι λανθασμένος) υπάρχει πάντοτε το ενδεχόμενο κλιμακώσεως μέχρι πολέμου. Όμως το ενδεχόμενο αυτό είναι εξ ίσου επικίνδυνο και για τους δύο, και από το 1974 μέχρι σήμερα, το συνολικό ισοζύγιο στρατιωτικής ισχύος δεν υπήρξε ποτέ τέτοιο που να επιτρέπει στην Τουρκία ελευθερία κινήσεων. Ποτέ οι Τούρκοι δεν είχαν, για αντικειμενικούς λόγους, μεγαλύτερη άνεση από εμάς να κλιμακώσουν.
Με απλά λόγια: όσο είμαστε εγκλωβισμένοι στο δίλημμα ότι σε οποιαδήποτε πρόκληση στο Αιγαίο, οι μοναδικές μας επιλογές είναι είτε να διαταχθεί πλήρης αεροπορική επίθεση στα τουρκικά αεροδρόμια και διαταγή προελάσεως στη Θράκη, είτε πλήρης αδράνεια, θα συνεχίζουμε να χάνουμε το Αιγαίο «ανεπαισθήτως» όπως έλεγε ο Αλεξανδρινός. Κι αν καταστήσουμε απολύτως σαφές στους Τούρκους ότι δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να πατήσουμε τη σκανδάλη στο Αιγαίο, ό,τι και να κάνουν (γιατί δεν είμαστε «θερμοκέφαλοι»), πάλι θα συνεχίζουμε «ανεπαισθήτως» να αποχαιρετούμε το Αιγαίο…
Δυστυχώς, τζάμπα και στα σίγουρα δε λύνεται το πρόβλημά μας.
Σε ότι αφορά, τώρα, το πρωτείο της ΠΑ στην αντιμετώπιση της απειλής στο Αιγαίο.
Κατ’ αρχάς, δεν αναφέρθηκε πουθενά ότι οι άλλοι κλάδοι δεν έχουν ρόλο να παίξουν στο Αιγαίο ή πρέπει να καταργηθούν. Αυτό που γράφτηκε είναι ότι το πρωτείο στον αεροπορικό τομέα είναι τόσο κρίσιμο που πρέπει να επιδιώκεται ακόμη και εις βάρος της ισορροπίας σε άλλους τομείς. Κι αυτό που κατ’ εξοχήν πρέπει να γίνει είναι να σταματήσει η πολιτική διαθέσεως κονδυλίων από τον προϋπολογισμό βάση ισορροπιών μεταξύ των κλάδων αλλά να γίνεται βάση ενιαίας και διακλαδικής στρατηγικής ανάλυσης της απειλής. Γιατί διακλαδικότητα, πριν από οποιαδήποτε διαδικαστική (κι απαραίτητη) διοικητική διευθέτηση είναι πάνω από όλα κοινή αντίληψη για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Η απαίτηση αυτή δεν είναι καθόλου τετριμμένη, η ιστορία δείχνει ότι δεν υπήρξε καθόλου εύκολη σε κανένα αμυντικό μηχανισμό διεθνώς, αλλά σε μία χώρα τόσο μικρή όσο η Ελλάς, και με τόσο σύνθετο στρατιωτικό πρόβλημα όσο το δικό μας, είναι επιτακτική ανάγκη.Για να συνοψίσω το σκεπτικό της προτεραιότητας, αυτό αφορά το ότι στον αεροπορικό τομέα η μάχη εξελίσσεται και αποφασίζεται πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι στο χερσαίο και στο ναυτικό, και στο ότι, με την εξασφάλιση κάποιας υπεροχής σε αυτό τον τομέα, το αεροπορικό όπλο μπορεί να υποβοηθήσει και να επηρεάσει την εξέλιξη της συγκρούσεως στα άλλα πεδία πιο γρήγορα και πιο αποφασιστικά απ’ ότι αντιστρόφως.
Κι επειδή ετέθη το θέμα της Ίμιας, και του ρόλου της αεροπορίας στην κρίση αυτή:
1) Σε αντίθεση με τη βασική θέση του σημειώματος, κατά την περίοδο εκείνη δεν υπήρχε καμία έντονη αίσθηση πλεονεκτήματος της ελληνικής πλευράς στον αεροπορικό τομέα, ώστε ελεγχθεί η θέση του άρθρου. Η ΠΑ δεν ήταν, ίσως, σε κατάσταση που δικαιολογεί πανικό εκ μέρους μας, αλλά δε μας εξασφάλιζε και καμία αίσθηση υπεροχής και αντίστοιχης άνεσης κινήσεων.
2) Σε καμία περίπτωση δεν συζητήθηκε τρόπος εμπλοκής της αεροπορίας και μετάθεσης της αντιπαράθεσης στον αεροπορικό τομέα, πχ - και τελείως ενδεικτικά - με ρηματική διακοίνωση ή ρητή προειδοποίηση μέσω τρίτων για την απαγόρευση προσεγγίσεως τουρκικών αεροσκαφών στην περιοχή της κρίσης.
3) Κανενός είδους αντίδραση – με Ειδικές Δυνάμεις, Ναυτικό, Λιμενικό, Πυροσβεστική, ΜΑΤ ή Εφορία – δε θα μπορούσε να είναι απολύτως ασφαλής στο σημείο εκείνο της σύγκρουσης. Αυτό είναι απολύτως κεντρικό σημείο, και πρέπει να το ξεπεράσουμε, αν θέλουμε να έχουμε τύχη σε οποιαδήποτε μελλοντική κρίση που – αργά ή γρήγορα – θα επανεμφανιστεί στο Αιγαίο. Αν κάποιος θεωρεί ότι πχ κατάρριψη αεροσκάφους ήταν έμπνευση «θερμοκέφαλων» αλλά, για κάποιο λόγο, δυνάμεις ειδικών επιχειρήσεων θα ήταν καταλληλότερες, οφείλει να εξηγήσει τι θα έκαναν, και μάλιστα λιγότερο «επιθετικό», «θερμοκέφαλο» και περισσότερο «σώφρον» και «φιλειρηνικό» οι Καταδρομείς στην περίσταση αυτή, και θα διαφύλατταν και την ειρήνη και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Εκτός αν τους στέλναμε να συλλάβουν «αναίμακτα», κατά την αμίμητη εισήγηση του Πρωθυπουργού, του τούρκους που είχαν καταλάβει τη βραχονησίδα.
(στην φωτογραφία F-4E SRA της 337 ,τα οποία σήκωσαν κυρίως το βάρος των περιπολιών στο Αιγαίο το τραγικό βράδυ των Ιμίων)
3 σχόλια:
Kαλησπέρα enkripto.
Εγώ πιστεύω ότι οι κουμπάροι δεν πρόκειται να διακινδυνεύσουν καμία στρατιωτική αποτυχία.
Οτι ενέργεια γίνει θα είναι καλά σχεδιασμένη.
Αν στείλουν 30 στρατιώτες σε μια βραχονησίδα, τότε είσαι υποχρεωμένος να κάνεις κάτι για να τους διώξεις ή να τους "εξουδετερώσεις". Σε αυτή την περίπτωση εσύ φαίνεσαι αυτός που κλιμακώνει.
Δεν δεσμευει κάτι την άλλη πλευρά ότι η απάντηση θα δοθεί "τοπικά".
Θα είναι και βλάκες άλλωστε να μην προσπαθήσουν να ανοίξουν το θέατρο.
Σε διαφορετική περίπτωση θα πρέπει να κάτσεις στο τραπέζι των συνομιλιών, αναγκασμένος να μιλήσεις για συνδιαχείριση του σπιτιού σου.
Τότε μόνο δεν θα "κλιμακώσεις" την κατάσταση.
@ Ανώνυμος:
Απάντησέ σου σε κάτι:
Αν ..."μπουκάρω" στο ωραίο σου σπίτι & κατασκηνώσω στην δροσερή αυλή σου τι θα κάνεις;
Θα επιχειρήσεις να με πλακώσεις στίς σφαλιάρες έτσι ώστε να μη το ξανακάνω στο μέλλον ( ή εν πάσει περιπτώσει να το ξανασκεφτώ πολύ περισσότερο) ή φοβούμενος μην ...κλιμακώσεις την κατάσταση & σε κατηγορήσουν οι γείτονες για υπερβολική βιαιότητα θα προσφέρεις καφεδάκι για να το συζητήσουμε φιλικά;
ΥΓ:Το καφεδάκι γλυκύ βραστό παρακαλώ.Ευχαριστώ!
Spy το σενάριο της τοπικής εξουδετέρωσης
το έχει προβλέψει ο εχθρός προτού καν αρχίσει την επιθετική ενέργεια.
Δεν υπάρχει περίπτωση να κάτσει να τη φάει και να πάει κλαμένος σπίτι του. Δεν θα ήταν μακάκας από την αρχή;
Προετοιμαζόμενος για θερμό επεισόδιο μικρής έκτασης σημαίνει ότι όταν ο εχθρός ανταπαντήσει με ένα χτύπημα αλλου, εσυ θα πείς "Α δεν είχα μελετήσει ολοκληρωτικό πόλεμο, δεν παίζω, κάτσε να συζητήσω συνκυριαρχία".
Εσύ θα έκανες επιθετική ενέργεια σε νησί δικο του, ξέροντας ότι αν το κάνει σκόνη με βόμβες, εσύ απλά θα κάτσεις στα αυγά σου; Τότε τι κέρδισες;
Οταν τολμήσεις να κάνεις μια μικρή ( αρχικα) επιθετική ενέργεια έχεις μελετήσει να φτάσεις μέχρι "ξέσκισμα".
Υποστηρίζω ότι τα σχέδια της πατρίδας μας , πρέπει να φτάνουν μέχρι τέλος και όχι να είναι για 2 ημέρες.
Μια χώρα ( στην προκειμένη περίπτωση ο εχθρός ) δε ρισκάρει στρατιωτική ταπέινωση έτσι επιπόλαια.
Αναίμακτη ανακατάληψη είναι ανέκδοτο πια..
Πρέπει να είμαστε αποφασισμένοι για όλα.
Δημοσίευση σχολίου