Του Αρματιστή
Σαν σήμερα την 29η Μαΐου του 1453, η Κωνσταντινούπολη, η βασιλεύουσα πόλη της αυτοκρατορίας του Μεσαιωνικού Ελληνισμού, έπεσε και μαζί της έσβησε και η χιλιόχρονη ένδοξη Βυζαντινή αυτοκρατορία.
Το παρόν κείμενο δεν έχει σαν σκοπό να αναφερθεί στα της Αλώσεως, αλλά να παρουσιάσει μια πολύ συνοπτική εικόνα ορισμένων γεγονότων που χάραξαν τη μακρά και οδυνηρή πορεία της αυτοκρατορίας προς τη κατάρρευση. Η αδιαφορία ορισμένων αυτοκρατόρων για το στρατό, η διάλυση του εσωτερικού μετώπου με τη μετατροπή των ελεύθερων γεωργών - στρατιωτών σε δουλοπάροικους, η βαριά φορολογία των κατωτέρων τάξεων, η ανεξέλεγκτη αύξηση της δύναμης και του πλούτου της αριστοκρατίας και των μεγάλων γαιοκτημόνων και τέλος η απώλεια της Μικράς Ασίας, νομίζω ότι είναι τα κυρίαρχα γεγονότα που σηματοδοτούν τη πορεία προς τη κατάρρευση και τη πτώση.
Η Μικρά Ασία
Κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, η Μικρά Ασία αποτελούσε τον βασικό αιμοδότη του κράτους. Ήταν η περιοχή που πρόσφερε στην αυτοκρατορία τα καλύτερα στρατεύματα, τους περισσότερους φόρους, τα περισσότερα γεωργικά προϊόντα και τους σημαντικότερους αυτοκράτορες. Ακόμη η Μικρά Ασία αποτέλεσε επί τέσσερις αιώνες το ανάχωμα της επέλασης του Ισλάμ προς την Ευρώπη.
Τον βασικό πυρήνα της οικονομικής οργάνωσης των αυτοκρατορικών Θεμάτων της Μικράς Ασίας τον αποτελούσαν οι ελεύθεροι μικροκαλλιεργητές που καλλιεργούσαν τη γη και πρόσφεραν στην αυτοκρατορία τους περισσότερους φόρους και επιπλέον επάνδρωναν το Θεματικό στρατό της αυτοκρατορίας, δηλαδή τον εθνικό στρατό του Βυζαντίου.
Αιώνες όμως πριν την πτώση της Βασιλεύουσας είχε ολοκληρωθεί η «τσιφλικοποίηση» της Μικράς Ασίας. Στη θέση των μικρών ελεύθερων ιδιοκτησιών και των στρατιωτικών κτημάτων (στρατιωτόπια, ή στρατοτόπια) είχαν σχηματιστεί μεγάλα αγροκτήματα αντίστοιχα με τα latifundia της δύσης, τα οποία ανήκαν σε ισχυρούς γαιοκτήμονες τους αποκαλούμενους «Δυνατούς». Αυτό κατέστη δυνατό, επειδή οι ελεύθεροι καλλιεργητές εξ αιτίας των συνεχών πολέμων, της βαριάς φορολογίας, της σιτοδείας που τους ανάγκαζε να υπερχρεώνονται, χρεοκόπησαν και αναγκάστηκαν να πουλήσουν ή να μεταβιβάσουν τις ιδιοκτησίες τους και την ελευθερία τους στους μεγάλους γαιοκτήμονες, μετατρεπόμενοι έτσι σε πάροικους, δηλαδή σε εξάρτημα των μεγάλων ιδιοκτησιών. Κατά αυτό τον τρόπο τη θέση των ελεύθερων μικροϊδιοκτητών, των αγροτών - στρατιωτών και των ακριτών που αποτελούσαν την ισχύ της αυτοκρατορίας, κατέλαβαν οι δουλοπάροικοι.
Με την συγκέντρωση των παραγωγικών μέσων σε λίγα χέρια, μειώθηκαν έως εξαφάνισης και τα έσοδα του κράτους, δεδομένου ότι οι «Δυνατοί» δεν πλήρωναν φόρους (κάθε ομοιότητα με τη σημερινή εποχή, αποτελεί τυχαία σύμπτωση). Συγχρόνως στέρεψε και η δεξαμενή προσφοράς στρατιωτικής υπηρεσίας στον αυτοκράτορα με ολέθριες συνέπειες στην άμυνα του κράτους, το οποίο αναγκαστικά στράφηκε στους μισθοφόρους.
Αλλά ποιοι ήταν οι Δυνατοί;
Οι δυνατοί κληρονομούσαν ή αγόραζαν μεγάλες εκτάσεις γης. Κατείχαν επίσης τις περισσότερες ανώτερες θέσεις στη διοίκηση, το στρατό και την Εκκλησία. Με την κοινωνική δύναμη και τις μεγάλες αμοιβές από τα αξιώματά τους μεγάλωναν κι άλλο την περιουσία τους. Οι δυνατοί προσπαθούσαν να αυξήσουν τη δύναμή τους. Ήθελαν να πληρώνουν λιγότερους φόρους και να ανεβάσουν στο θρόνο αυτοκράτορες που θα ωφελούσαν τα συμφέροντά τους. Οι δυνατοί δάνειζαν τους μικρούς και μεσαίους καλλιεργητές. Όταν αυτοί δεν μπορούσαν να τους πληρώσουν, οι δυνατοί έπαιρναν τα κτήματά τους και τους έκαναν παροίκους. Όταν οι μικροκαλλιεργητές γίνονταν πάροικοι στα κτήματα των δυνατών, έχαναν την αυτονομία τους και δεν υπηρετούσαν στο στρατό.
Δυνατός καθισμένος σε θρόνο μπροστά στο σπίτι του , 11ος αιώνας (βιβλιοθήκη Βατικανού)
Οι αυτοκράτορες της Μακεδονικής δυναστείας περιορίζουν τους δυνατούς
Οι αυτοκράτορες της Μακεδονικής δυναστείας έλαβαν δραστικά μέτρα κατά των «δυνατών», θεσπίζοντας νόμους για την προστασία των φτωχών από τις αρπακτικές διαθέσεις των δυνατών, επειδή η αύξηση της δύναμης τους αποτελούσε απειλή για την ίδια την αυτοκρατορία.
Η πρώτη προσπάθεια έγινε με μια «Νεαρά» (μεμονωμένο νομοθέτημα) το 922 από τον Ρωμανό Α' το Λεκαπηνό με την οποία καθοριζόταν ότι: 1) Κατά την πώληση ενός κτήματος, σπιτιού, αγρού κλπ, προτιμούνται οι χωρικοί και η ελεύθερη «κοινότητά» τους, 2) οι δυνατοί δεν μπορούν να αγοράσουν την ιδιοκτησία του φτωχού έστω και αν πρόκειται για υιοθεσία, δωρεά, κληρονομιά ή ανταλλαγή, 3) τα κτήματα των γεωργών-στρατιωτών που είχαν αγοραστεί, με οποιονδήποτε τρόπο στη διάρκεια των 30 τελευταίων ετών, έπρεπε να επιστραφούν στους πραγματικούς ιδιοκτήτες τους, χωρίς μάλιστα αποζημίωση (πριν 1100 χρόνια υπήρχαν αυτοκράτορες με σοσιαλιστικές ευαισθησίες).
Στη συνέχεια ο Κωνσταντίνος Ζ’ ο Πορφυρογέννητος, με ένα διάταγμα επέβαλε περιορισμούς στους δυνατούς που ξεπέρασαν και αυτούς του Ρωμανού Λεκαπηνού.
«Οι Δυνατοί και οι Yπερέχοντες στο Θέμα των Θρακησίων, περιφρονώντας τους βασιλικούς νόμους, το φυσικό δίκαιο και τη δική μου προσταγή, δε σταματούν να εισέρχονται στα χωριά και, προφασιζόμενοι την αγορά, τη δωρεά ή την κληρονομιά κτημάτων, να τυραννούν τους πένητες χωρικούς και να τους κάνουν μετανάστες στον τόπο τους και στα κτήματά τους». Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος, Νεαρά (Μάρτιος 947 μ.Χ.)
Ο πιο σκληρός εχθρός των δυνατών υπήρξε ο στρατιώτης αυτοκράτορας Βασίλειος Β' ο Βουλγαροκτόνος (976-1025). Δυο αρχηγοί όμως απ’ τις οικογένειες των δυνατών της Μικράς Ασίας, ο Βάρδας Φωκάς κι ο Βάρδας Σκληρός επαναστάτησαν κατά του αυτοκράτορα, η δε στάση τους οδήγησε σε ένα σκληρό εμφύλιο πόλεμο που έληξε με συντριβή των στασιαστών το 989.
Ο Βασίλειος θεωρούσε τους μεγάλους γαιοκτήμονες ως τους πιο επικίνδυνους εχθρούς της αυτοκρατορίας και η συμπεριφορά του απέναντί τους ήταν πολύ σκληρή. Το 995, επιστρέφοντας με το στρατό του από την Ανατολή μέσω της Καππαδοκίας, έτυχε πλουσιοπάροχης φιλοξενίας αυτός και ο στρατός του από τον Ευστάθιο Μαλεϊνό, μέλος ισχυρής οικογένειας που είχε παρασταθεί στην ανταρσία των Φωκάδων. Υποπτευόμενος ο Βασίλειος ότι ο Μαλεΐνος, ακολουθώντας τα βήματα του Φωκά και του Σκληρού μπορούσε να εξελιχθεί σε αντίπαλό του, τον πήρε μαζί του στην πρωτεύουσα όπου και τον ανάγκασε να μείνει μέχρι το τέλος της ζωής του. Μετά το θάνατο του Μαλεϊνού, κατασχέθηκε η τεράστια περιουσία του.
Αμέσως μετά ο Βασίλειος Β’ εκδίδει μια σειρά από διατάγματα, με σκοπό να μειώσει την επιρροή των Δυνατών. Συγκεκριμένα, το 996, επαναφέρει το «Αλληλέγγυον», απαιτώντας παράλληλα την επιστροφή των κτημάτων, που είχαν αφαιρεθεί από το 922 και μετά, στους προηγούμενους κατόχους τους, που συνήθως ήταν οι ελεύθεροι, αλλά ανυπεράσπιστοι αγρότες, μικροϊδιοκτήτες. Επαναφέροντας σε ισχύ τον παλιό νόμο του Νικηφόρου Α’ (902-911), καθόριζε πως η πληρωμή του φόρου που αναλογεί σε φτωχό καλλιεργητή, θα εξοφλείται από τον πλησιέστερο πλούσιο κάτοχο γης, σε περίπτωση που διαπιστώνεται αδυναμία αποπληρωμής. Έτσι, οι μεγαλογαιοκτήμονες αποδυναμώνονται. Το αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο κερδίζει περαιτέρω έσοδα από την πώληση σε μικροκαλλιεργητές γης που κατάσχεται για διάφορους άλλους λόγους από Δυνατούς.
«Όλες οι αγοροπωλησίες που έγιναν ανάμεσα σε πένητες και δυνατούς δεν ισχύουν και είναι παράνομες. Γι ’αυτό αποφασίζουμε την επιστροφή των κτημάτων στους πένητες, χωρίς την απόδοση των χρημάτων της αγοράς, ούτε των φόρων και των δαπανών καλλιέργειάς τους. Είναι αυτονόητο ότι η διάταξη αυτή ισχύει και για το μέλλον. Οι δυνατοί επιθυμούμε να αγοράζουν ακίνητα από τους δυνατούς, οι δε στρατιώτες και οι πένητες γεωργοί επιτρέπουμε να συναλλάσσονται με τους όμοιους της δικής τους τάξης». (Βασίλειος Β’, Νεαραί)
Αλλά το «αλληλέγγυο» ίσχυσε μόνο για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Στην αρχή του 11ου αιώνα ο Ρωμανός Γ' Αργυρός, που έγινε αυτοκράτορας χάρη στο γάμο του με τη Ζωή (ανιψιά του Βασιλείου), ακύρωσε το μισητό από τους δυνατούς «αλληλέγγυο». Αν το μέτρο αυτό είχε μείνει σε ισχύ για αρκετό χρονικό διάστημα, θα μπορούσε να καταστρέψει τους ισχυρούς ιδιοκτήτες τόσο των εκκλησιαστικών όσο και των «κοσμικών» κτημάτων.
Στη περίοδο του Βασιλείου Β’ η αυτοκρατορία έφθασε στη μεγαλύτερη της ακμή και ισχύ. Έτσι, παρ’ όλες τις μεγάλες πολεμικές δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του εξ αιτίας των πολλών και μεγάλων εκστρατειών, πεθαίνοντας αφήνει στα αυτοκρατορικά ταμεία 200.000 λίβρες χρυσού, (64,5 τόνους), δηλαδή 14.400.000 «σολίδους» (νόμισμα υψηλής περιεκτικότητας σε χρυσό).
Διοικητική διαίρεση της αυτοκρατορίας το 1025 μ.χ.
Γενικά τα διατάγματα των μεγάλων Μακεδόνων αυτοκρατόρων του 10ου αιώνα, αν και περιόρισαν κάπως τους δυνατούς, πέτυχαν πολύ λίγα αποτελέσματα. Τον 11ο αιώνα οι περίφημες Νεαρές ξεχάστηκαν και εγκαταλείφθηκαν Ο ίδιος αιώνας γνώρισε μια μεταβολή της εσωτερικής πολιτικής των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου, οι οποίοι άρχισαν ελεύθερα να υποστηρίζουν τα συμφέροντα των μεγάλων γαιοκτημόνων, επισπεύδοντας έτσι τη μεγάλη ανάπτυξη της δουλοπαροικίας, αν και οι ελεύθεροι αγρότες και οι ελεύθεροι μικροϊδιοκτήτες δεν εξαφανίστηκαν τελείως από την αυτοκρατορία.
Η αυτοκρατορία παραδίδεται στους δυνατούς
Ουσιαστικά τον 11ο αιώνα, η αυτοκρατορία παραδίδεται στην αριστοκρατία της μεγάλης έγγειας ιδιοκτησίας της Μικράς Ασίας. Κομνηνοί Δούκες και Άγγελοι, οι πιο γνωστές οικογένειες αυτής της αριστοκρατίας, ανεβαίνουν στο θρόνο της αυτοκρατορίας. Συγχρόνως παρουσιάζεται κατακόρυφη αύξηση της διαφθοράς στην αριστοκρατία, η οποία βεβαίως ουδέποτε φορολογήθηκε ουσιαστικά.
Ένα άλλο γεγονός που γονάτισε την αυτοκρατορική οικονομία ήταν τα προνόμια που παραχώρησε ο Αλέξιος Κομνηνός προς την Βενετία και την Γένοβα. Οι Ιταλικές πόλεις ήταν πλέον ελεύθερες να εμπορεύονται σε όλη τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία χωρίς να πληρώνουν φόρους. Η άρση των προστατευτικών για τα εγχώρια προϊόντα δασμών εισαγωγής, οδήγησε στη συρρίκνωση της εγχώριας παραγωγής και κατ’ επέκταση των κρατικών εσόδων.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι χριστιανοί δουλοπάροικοι της Μικράς Ασίας και οι εναπομείναντες ελεύθεροι αγρότες, αποδέχθηκαν εύκολα και χωρίς ιδιαίτερη αντίσταση την αλλαγή των επικυρίαρχων της χώρας τους, αφού η οικονομική τους θέση ελάχιστα θα άλλαζε. Ο έλληνας μικρο-αγρότης της Μικράς Ασίας δεν ένιωθε πλέον πως αποτελούσε μέλος και μέρος κάποιας μεγαλύτερης οντότητας την οποία όφειλε να προστατέψει. Δεν είχε κανέναν λόγο να το κάνει. Δεν του το ζήτησαν κιόλας. Το κράτος είχε προσλάβει επαγγελματίες μισθοφόρους.
Η ευημερία που φέρνει στη Ρωμανία η διακυβέρνηση του Βασιλείου Β΄, διαρκεί ελάχιστα. Στην εποχή της ύστερης Μακεδονικής Δυναστείας (1025-59) σημειώνονται τα ίδια φαινόμενα που παρατηρούνται εντονότερα, ή μάλλον με εντονότερες συνέπειες, κατά την περίοδο των Δουκών (1059-81), που ακολουθεί: Κατατρεγμός των ελευθέρων αγροτών, μέσω της συνεχούς ενδυνάμωσης των αριστοκρατών - δυνατών, μια κατάσταση που κλονίζει την Αυτοκρατορία, ενώ οι ελεύθεροι αγρότες καταστρέφονται βαθμιαία.
Αμέσως όμως μετά το θάνατό του, άρχισε η κατάρρευση. Στο θρόνο παρέμεινε ο συναυτοκράτορας και αδελφός του Βασιλείου, Κωνσταντίνος Η’, μέχρι το θάνατό του το 1028. Τον διαδέχθηκε ο ηλικιωμένος συγκλητικός Ρωμανός Γ’ Αργυρός (1028 – 1034), αφού παντρεύτηκε τη κόρη του Κωνσταντίνου Η’, Ζωή.
Οι σημαντικότερες ενέργειες του Ρωμανού Γ’ ήταν η κατάργηση του «αλληλέγγυου», η επιεικής είσπραξη των φόρων, η απαλλαγή χρεών πολλών πολιτών και η διανομή άφθονων χρημάτων σε ναούς και Μοναστήρια.
Μετά το Ρωμανό Γ’ Αργυρό, έχει ενδιαφέρον να σταθούμε σε ορισμένους αυτοκράτορες, επειδή οι ενέργειές τους έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην αποδυνάμωση της αυτοκρατορίας:
Κωνσταντίνος Θ’ ο Μονομάχος (1042 – 1055), 3ος σύζυγος της Ζωής
1) Εφάρμοσε την πρακτική εξαγοράς της στρατιωτικής θητείας. Ο εξαργυρισμός της θητείας, η δυνατότητα δηλαδή των πολιτών να εξαγοράζουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις, αποδυνάμωνε τους στρατούς των Θεμάτων και αύξησε τις ανάγκες σε μισθοφόρους.
2) Για να γίνει αγαπητός στον λαό της Κωνσταντινούπολης άρχισε να μοιράζει άφθονα χρήματα στο πλήθος και στην προσπάθεια εξασφάλισης χρημάτων, καθιερώνει την συνήθεια της εκμίσθωσης των φόρων σε ιδιώτες. Οι εκμισθωτές των φόρων πλήρωναν άμεσα στην αυτοκρατορία τους φόρους που έπρεπε να καταβάλει μια περιοχή και στη συνέχεια τους εισέπρατταν οι ίδιοι από τους φορολογούμενους. Το μέτρο αυτό αποδείχθηκε ολέθριο αφού οι ιδιώτες εισέπρατταν από τους πολίτες ποσά πολύ μεγαλύτερα από εκείνα που σύμφωνα με τους νόμους έπρεπε να καταβληθούν.
3) Εισάγεται ίσως για πρώτη φορά ο θεσμός της «πρόνοιας».
Αποτελεί δημιούργημα της ανάγκης προκειμένου να βρεθούν χρήματα και φέρνει στο Βυζάντιο κοντά στην φεουδαρχία. Συμφώνα με τον θεσμό αυτό που εμφανίζεται συντελεσμένος από το τέλος του 11ου αιώνα, αρχές του 12ου αιώνα, η κυβέρνηση παραχωρεί τη νομή κρατικής γης σε ανώτερους αξιωματούχους πολιτικούς και στρατιωτικούς, αλλά και σε εκκλησιαστικούς σπανιότερα ως αναγνώριση υπηρεσιών τους προς το κράτος και με αντάλλαγμα κάποιες υποχρεώσεις που αναλαμβάνει ο ευεργετούμενος. Αυτοί που παίρνουν πρόνοια, οι προνοιάριοι καρπούνται τη νομή και την επικαρπία της γης (την κυριότητα εξακολουθεί να έχει το κράτος) μαζί και τους καλλιεργητές που ήταν πάροικοι (δουλοπάροικοι). Εισπράττουν τους φόρους και την αναλογία τους από την σοδειά. Αργότερα οι Πρόνοιες θα γίνουν κληρονομικές. Το σύστημα, ο θεσμός αυτός, στάθηκε ολέθριος. Η μεγάλη αριστοκρατία ισχυροποιείται και αποκτά δικαιοδοσίες κρατικές, ενώ οι λαϊκές τάξεις εξαθλιώνονται. (Ζαχαρίας Ορφανουδάκης)
4) Το Σχίσμα του 1054 μεταξύ της ανατολικής και της δυτικής εκκλησίας.
5) Το 1045 εμφανίζονται για πρώτη φορά στο ανατολικό σύνορο απειλητικοί οι Σελτζούκοι Τούρκοι.
Ο Ισαάκιος Α' Κομνηνός (1057 – 1059) του οίκου των Κομνηνών
Γιός του Μανουήλ Κομνηνού, στρατηγού της Ανατολής επί που υπεράσπισε την πόλη της Νίκαιας εναντίον του διεκδικητή του θρόνου, Βάρδα Σκληρού, το 978. Ο Ισαάκιος ανατράφηκε με τη φροντίδα του Βασιλείου Β’ και διετέλεσε στρατηγός της αυτοκρατορίας και διοικητής των Ταγμάτων της Μικράς Ασίας. Ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας από τον στρατό στις 8 Ιουνίου 1057. Συνετός και ικανότατος στρατηγός, έχοντας την απόλυτη υποστήριξη του στρατεύματος, ο Ισαάκιος αμέσως ξεκίνησε εκτεταμένη εκστρατεία εκσυγχρονισμού της άμυνας και βελτίωσης της διοίκησης. Με τα αποτελέσματα των αλλαγών άμεσα ορατά, και κύριο στρατιωτικό επίτευγμα την εξουδετέρωση των Πετσενέγκων, η αυτοκρατορία παρουσίασε σημεία ανάκαμψης από τη βαθιά παρακμή των διαδόχων του Βουλγαροκτόνου. Ωστόσο, πέθανε πρόωρα το 1059.
Κωνσταντίνος Ι' Δούκας (1059 – 1067)
Η άνοδός του στο θρόνο ήταν ένας θρίαμβος της αριστοκρατίας, ο οποίος όμως αποδείχθηκε καταστροφικός για την Αυτοκρατορία δεδομένου ότι φάνηκε ανίκανος στη διοίκησή της.
Έδωσε εξουσία στους δύο νεαρούς γιους του, διόρισε τον αδελφό του, Ιωάννη Δούκα, Καίσαρα και αποδύθηκε σε μια ευνοϊκή πολιτική έναντι της αυλικής αριστοκρατίας και του κλήρου. Περικόπτοντας την εκπαίδευση και τις αμυντικές δαπάνες, μοιραία αποδυνάμωσε τη βυζαντινή άμυνα σε ένα κρίσιμο χρονικό σημείο, που συμπίπτει με την εμφάνιση των Σελτζούκων Τούρκων.
Κατέστη σύντομα αντιπαθής στη στρατιωτική. Επιπλέον, έχασε κάθε δημοφιλία στις λαϊκές τάξεις, έπειτα από την αύξηση που επέβαλε στους φόρους, προσπαθώντας να καταβάλει μετά από πολύ καιρό τους μισθούς των στρατευμάτων.
Ρωμανός Δ’ Διογένης (1068 – 1071)
Μετά το θάνατο του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ι' Δούκα, η νεαρή χήρα του Ευδοκία, επιλέγει ως νέο της σύζυγο έναν ευγενή απόγονο στρατιωτικής οικογένειας γαιοκτημόνων από την Καππαδοκία, το γενναίο και ικανό στρατηγό, Ρωμανό Δ’ Διογένη. Μάλλον το βασικό κριτήριο για την επιλογή του Ρωμανού ήταν η συναίσθηση των κινδύνων που αντιμετώπιζε η αυτοκρατορία εξ αιτίας των εξωτερικών απειλών, ειδικά στην ανατολή που προέρχονταν από τις επιδρομές των Σελτζούκων Τούρκων, καθώς και της διάλυσης του στρατού.
Ο Ρωμανός αμέσως μετά το γάμο και τη στέψη του, ξεκινά προσπάθεια ανασυγκρότησης του Βυζαντινού στρατεύματος. Συγκροτεί ένα στράτευμα από 100.000 περίπου μισθοφόρους, συγκείμενο από Ίβηρες, Αρμένιους, Σλαύους, Τουρκομάνους, Χαζάρους, Γότθους, Αλανούς, Κουμάνους, Πετσενέγους, Φράγκους και Νορμανδούς.
Συναντά όμως την αντίδραση των αριστοκρατών της Κωνσταντινούπολης, του Μιχαήλ Ψελλού και κυρίως της οικογένειας των Δουκών, που προόριζαν τον ανηψιό του Κωνσταντίνου και γιό της Ευδοκίας, Μιχαήλ για διάδοχο.
Το 1068 και 1069 ο Ρωμανός πραγματοποιεί εκστρατείες στα ανατολικά σε αναζήτηση του τούρκου πολέμαρχου Αλπ Αρσλάν.
Ο Ρωμανός το καλοκαίρι του 1071 φθάνει στην περιοχή της πόλης Μαντζικέρτ, πλησίον της λίμνης Βαν της Αρμενίας. Εκεί, την Παρασκευή της 26ης Αυγούστου του 1071, λαμβάνει χώρα η ομώνυμη μάχη κατά την οποία ο Βυζαντινός στρατός συντρίβεται και ο αυτοκράτορας συλλαμβάνεται αιχμάλωτος. Η προδοσία είχε σημαντικό ρόλο στην ήττα.
Η μάχη του Μαντζικέρτ αποτελεί ίσως το πλέον τραγικό σταθμό της ιστορίας του Βυζαντινού Ελληνισμού και σηματοδότησε την απώλεια της Μικράς Ασίας και την ανεπανόρθωτη αποδυνάμωση της αυτοκρατορίας, που έκτοτε παρά τις κάποιες αναλαμπές, ουδέποτε θα μπορέσει να ορθοποδήσει.
Ακόμα όμως και εκείνη τη δύσκολη ώρα αν μπορούσε να επικρατήσει η λογική, το κακό για την αυτοκρατορία θα μπορούσε να είχε αποσοβηθεί. Ο Αλπ Αρσλάν συμφώνησε με το Ρωμανό όρους ειρήνης ευνοϊκούς για την αυτοκρατορία και άφησε τον αυτοκράτορα ελεύθερο.
Στην πρωτεύουσα όμως και πριν την επιστροφή του αυτοκράτορα, οι εχθροί του με αρχηγό τον Ιωάννη Δούκα, και επηρεαζόμενοι από τον Μιχαήλ Ψελλό, έστεψαν αυτοκράτορα το Μιχαήλ Ζ’ Δούκα. Απέρριψαν κοντόφθαλμα και ασυζητητί τους όρους του Αλπ Αρσλάν, πολιτική που καταδεικνύει τόσο την έλλειψη διορατικότητας, όσο και την άσβεστη προσωπική τους φιλοδοξία.
Κατά την επιστροφή του ο Ρωμανός δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Δοκίμασε να ανακαταλάβει το θρόνο του αλλά ηττήθηκε από τον ιδιωτικό στρατό του Ιωάννη Δούκα και λίγους μήνες μετά παραδόθηκε στον Ανδρόνικο Δούκα, τον προδότη της μάχης του Ματζικέρτ. Συνελήφθη, τυφλώθηκε με εξόρυξη των οφθαλμών και πέθανε ύστερα από λίγο καιρό μέσα σε φρικτούς πόνους εξ αιτίας της μόλυνσης των τραυμάτων του, στη νήσο Πρώτη της Προποντίδας. Οι Σελτζούκοι μη δεσμευόμενοι από τη συμφωνία με το Ρωμανό, εισέβαλαν πλέον ανενόχλητοι στη Μικρά Ασία, έφθασαν στις ακτές του Αιγαίου και έκαναν πρωτεύουσα τους τη Νίκαια.
Μιχαήλ Ζ’ Δούκας ο Παραπινάκης (1071 – 1078)
Ήταν ένας αυτοκράτορας άβουλος και ανίκανος που παρέδωσε την εξουσία σε έναν ευνούχο.
Θα απαιτηθεί να περάσει μια ακόμη δεκαετία πλήρους απραξίας για τα συμβαίνοντα στη Μικρά Ασία, μέχρι το 1081 να στεφθεί αυτοκράτορας ο Αλέξιος Α’ Κομνηνός, προκειμένου να μπορέσει να ανακαταληφθεί ένα σημαντικό τμήμα της Μικράς Ασίας και να αντιμετωπισθούν οι εχθροί που απειλούσαν την αυτοκρατορία στο βορρά (Πετσενέγκοι) και τη δύση (Νορμανδοί).
Με τον Αλέξιο Α΄ Κομνηνό (1081-1118) στο θρόνο και στη συνέχεια τους άξιους διαδόχους του (Ιωάννη και Μανουήλ), η αυτοκρατορία ανακάμπτει. Το 1176 όμως, στη μάχη στο Μυριοκέφαλο της Μικράς Ασίας, ο Βυζαντινός στρατός υπό τον αυτοκράτορα Μανουήλ Α’ συντρίβεται από το στρατό του Σελτζουκικού σουλτανάτου του Ικονίου. Η νέα αυτή ήττα, σηματοδότησε την οριστική απώλεια της Μικράς Ασίας.
Κατά τη διάρκεια της ένδοξης δυναστείας των Κομνηνών, οι δυνατοί κυριαρχούν απόλυτα στην πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία. Από εδώ και πέρα το βυζαντινό κράτος θα το κυβερνούν οι πιο ισχυρές οικογένειες. Είναι πλούσιοι γαιοκτήμονες, που έχουν και κρατικές θέσεις. Διαθέτουν δηλαδή, την απόλυτη πολιτική και οικονομική δύναμη.
Ο θεσμός της Πρόνοιας
Ήταν πολιτική που εφαρμόστηκε από τους Κομνηνούς και χαρακτηρίστηκε ως αριστοκρατικός πατριωτισμός. Αφορούσε την παραχώρηση, (αργότερα έγινε ισόβια) αγροκτημάτων και φορολογικών εσόδων στους ευγενείς με αντάλλαγμα την παροχή στρατιωτικών υπηρεσιών. Οι ευγενείς αποδέκτες των προνομίων αυτού του θεσμού ονομάζονταν προνοιάριοι ή στρατιώτες και έγιναν η άρχουσα τάξη.
Με την πρόνοια ο βυζαντινός αυτοκράτορας έδινε σε έναν ανώτερο στρατιωτικό, συνήθως αριστοκράτη (προνοιάριο), το δικαίωμα να εκμεταλλεύεται κρατική γη. Οι πάροικοι που εργάζονταν στα χωράφια αυτά έδιναν πια στον προνοιάριο το μερίδιο από την παραγωγή, τους φόρους και ό,τι άλλο χρωστούσαν. Για αντάλλαγμα ο προνοιάριος έπρεπε να προσφέρει στον αυτοκράτορα στρατιωτικές υπηρεσίες. Η πρόνοια δείχνει ότι το βυζαντινό κράτος δε στηρίζεται πια στους μικροκαλλιεργητές αλλά στους μεγάλους γαιοκτήμονες.
Με την πρόνοια στην αρχή δυναμώνει ο βυζαντινός στρατός. Τελικά όμως αυτοί που βγαίνουν κερδισμένοι είναι οι αριστοκράτες, οι οποίοι εκμεταλλεύονται όλο και περισσότερη γη και συγκεντρώνουν φόρους που πριν κατέληγαν στο κράτος. O βυζαντινός αυτοκράτορας Aνδρόνικος A΄ Kομνηνός (1183--1185) προσπάθησε να μειώσει τη δύναμή τους, αλλά απέτυχε.
Άλλα μέτρα που λήφθηκαν κατά τον 111ο και 12ο αιώνα και συνέτειναν στην αποδυνάμωση της αυτοκρατορίας
Οι ακολουθίες
Αφορούν την δημιουργία ιδιωτικών στρατών από τους ευγενείς. Περιελάμβαναν δούλους, συγγενείς αλλά και ένοπλους φρουρούς, οι οποίοι συνδέονταν μέσω δεσμών πίστης , εξάρτησης με τους μεγαλοϊδιοκτήτες γης.
Το χαριστίκιον
Αφορά τις παραχωρήσεις μοναστηριών και ευαγών ιδρυμάτων σε μεγαλοϊδιοκτήτες, αλλά και σε εκκλησιαστικά ιδρύματα. Αρχικός σκοπός της χαριστικής δωρεάς ήταν η φροντίδα και η καλή λειτουργία του μοναστηριού. Οι χαριστικάριοι έναντι των φροντίδων τους, αποκτούσαν την επικαρπία του ιδρύματος για την υπόλοιπη ζωή τους.
Οι Εξκουσίες
Είναι οι καθολικές ή μερικές φοροαπαλλαγές των μεγαλοϊδιοκτητών και των μονών.
αποσπάσματα από το βιβλίο της κ. Ελένης Γλύκατζη Αρβελέρ “ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ”
«…κατά την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους και τους Βενετούς στα 1204 δεν παρουσιάστηκε καμιά βοήθεια από την επαρχία, ούτε καν από τη γειτονική Θράκη. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι, όταν οι χωρικοί της Θράκης είδαν, μετά την άλωση και τη λεηλασία της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους, να καταφεύγουν εκεί ρακένδυτοι, πεινόντες και πένοντες οι πρώην Δυνατοί (το αρχοντολόι δηλαδή της Κωνσταντινούπολης) ευχαρίστησαν, γράφει ο Νικήτας Χωνιάτης, την Παναγία, γιατί τους έδωσε τη χάρη να τους αξιώσει να γνωρίσουν “ισοπολιτεία” με τους άλλοτε εξουσιαστές τους».
Σημείωση: Δεν διεκδικώ χαρακτηριστικά ιστορικού. Τα αναφερόμενα στο κείμενο, έχουν αλιευθεί από βιβλία που έχω διαβάσει κατά καιρούς και από το διαδίκτυο.
Διαβάστε περισσότερα...